Και να ήθελε, δεν θα μπορούσε να μην ακούσει και η Αρετούσα αλλά και όλη η Ελλάδα. Ολόκληρη η χώρα άκουσε και βίωσε το τριήμερο πένθος για το χαμό του πρώην πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.
Όσο κι αν η ελληνική παράδοση, σέβεται και τιμά την απώλεια, τον πόνο των συγγενών και τη θλίψη -μακάρι να φτάσουμε όλοι στα χρόνια του-, όσο κι αν ο σεβασμός σε προβληματίζει όταν πρόκειται να γράψεις κάτι για μία τέτοια στιγμή, το σκέφτεσαι και δύο και τρεις φορές.
Ξεπερνάς όμως τις αναστολές όταν βλέπεις ότι η ίδια η οικογένεια, αξιοποιεί πολιτικά το γεγονός. Όταν η ίδια η οικογένεια αξιοποιεί το θάνατο, τότε ανατρέπεται η τάξη των πραγμάτων. Ο θάνατος παύει να αντιμετωπίζεται με τον απαιτούμενο σεβασμό, μετατρέπεται με ευθύνη της οικογένειας ή με παραλείψεις της, σε πολιτικό γεγονός και ταυτόχρονα νομιμοποιεί την κριτική.
Ο θάνατος του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη αναπόφευκτα, εισήλθε στη δημόσια σφαίρα σε μία εποχή που ένα ολόκληρο μιντιακό σύστημα, μοιάζει να επιθυμεί την κυβερνητική αποτυχία στη διαπραγμάτευση και ταυτόχρονα έχει επανέλθει σε αυτό που θεωρητικά ξορκίζει, στην επανάληψη του 2015.
Αν και η χώρα δεν προβλέπεται να αντιμετωπίσει τα διλήμματα που αντιμετώπισε το 2015, το σύστημα λειτουργεί όπως λειτούργησε και στο δημοψήφισμα. Το σύνολο σχεδόν των Μέσων, μοιάζει σαν να παίζει το τελευταίο του χαρτί και τα ποντάρει όλα στην κυβερνητική αποτυχία.
Προφανώς αντιλαμβάνεται ότι εάν ξεπεραστεί και αυτός ο κάβος και υπάρξει απόφαση για το χρέος, ο δρόμος για την έξοδο από την κρίση είναι ορθάνοιχτος και τελικά ίσως όντως ο ΣΥΡΙΖΑ να αποτελέσει την πολιτική δύναμη που θα βγάλει τη χώρα από τα μνημόνια.
Απέναντι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, ακόμη και ο θάνατος εντάσσεται στη μάχη κατά της κυβέρνησης.
Μετατρέπεται σε πολιτικό γεγονός και γίνεται τμήμα της ιδεολογικής προπαγάνδας που με λύσσα έχουν εξαπολύσει από το 2010 απέναντι στην κοινωνία και από το 2015 στο κόμμα που την εκφράζει, οι τέσσερις-πέντε καναλάρχες και οι στρατοί τους.
Εντάσσεται στο πλαίσιο της οργανωμένης ανατροπής των δεδομένων μιας οργανωμένης κοινωνίας και επιχειρούν, επειδή κατέχουν δημόσιες συχνότητες, εφημερίδες και site, να ελέγξουν πλήρως τις συνειδήσεις, την ιστορία του τόπου και το μέλλον μας.
Γνωρίζοντας τον τρόπο που έχουν λειτουργήσει από το 2010 και μετά, δεν κάνει εντύπωση η αντιμετώπιση του θανάτου του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Όμως προκαλεί απορίες η άρτια οργάνωση, το ξεδίπλωμα σε εθνικό δίκτυο και ζωντανή μετάδοση, του θρήνου που αμφιταλαντευοταν μεταξύ ειλικρινούς πένθους και μελοδράματος.
Η σκηνοθεσία ήταν άρτια. Διαχώρισε τις πράξεις του έργου, μοίρασε τους ρόλους, έστησε το σκηνικό, συντόνισε το χορό, ανέδειξε πρωταγωνιστές, επέλεξε τους κομπάρσους και φρόντισε να τηρηθεί κατά γράμμα το σενάριο.
Ένα σενάριο που περιλαμβάνει τα πάντα. Έντονες «ιστορικές» αναφορές, πόνο, παντοτινή αγάπη, συγκίνηση και δάκρυ, ελπίδα και ομορφιά, στοιχεία που προσεκτικά έχουν τοποθετηθεί στο κάδρο για να στηρίξουν το πολιτικό μήνυμα, την κεντρική ιδέα του δράματος.
Βασικός πρωταγωνιστής, επίσης αναπόφευκτα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο αυτοχρισθείς εν αναμονή πρωθυπουργός, ο οποίος είναι γονιδιακά προκαθορισμένος να ακολουθήσει την παρακαταθήκη και να σώσει τη χώρα.
Την κληρονομιά του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, ενός άνδρα που αυτές τις ημέρες μάθαμε ότι ήταν ένας σοφός, ο οποίος είχε προβλέψει τα πάντα. Μάλλον δεν έκανε όλα όσα του αναλογούσαν πολιτικά για να τα αποτρέψει, αλλά αυτό παρέμεινε εκτός σεναρίου.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, χρησιμοποίησε την κηδεία για να κάνει πολιτική δήλωση, να θυμίσει την εξορία στο Παρίσι και τη μάχη του κατά του λαϊκισμού και του ΣΥΡΙΖΑ που τον εκφράζει.
Γνωστή ιστοσελίδα του νεοφιλελεύθερου χώρου, γράφει χαρακτηριστικά για τον επικήδειο που εκφώνησε ο πρωταγωνιστής της πρώτης κορύφωσης του δράματος: «Ο πρόεδρος της ΝΔ μέσα από τα όσα είπε για τις πολιτικούς άξονες πάνω στους οποίες δόμησε την πορεία του ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ουσιαστικά περιέγραψε το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα κινηθεί ως επικεφαλής της ΝΔ, σε μια διαδρομή με πολλές δυσκολίες. Κομβικός παράγοντας η μάχη κατά του λαϊκισμού και η αποστροφή για την εύκολη παροχολογία».
Σαφές; Σαφέστατο.
Διακριτή στάση – και αυτό οφείλουμε να το παραδεχθούμε – τήρησε η Ντόρα Μπακογιάννη, η οποία για πρώτη φορά όσο θυμάμαι τον εαυτό μου δεν ήταν η σιδηρά κυρία της πολιτικής. Ήταν η κόρη που θρηνούσε τον χαμένο πατέρα και μέντορά της, αποφεύγοντας τον πειρασμό – εάν υπήρξε – να εντάξει στο μοιρολόϊ της πολιτικούς τακτικισμούς και λανθάνοντα μηνύματα.
Ξέσπασε και αποχώρησε από τη σκηνή, δίνοντας πάλι την πρωτοκαθεδρία στον αδερφό της.
Η ώρα της κηδείας είχε φθάσει και για να γίνει ακόμη πιο απόλυτο το μήνυμα οι τραγωδοί, εκφραστές της μουσικής παράδοσης του νησιού, πάνω από το φέρετρο την πιο κρίσιμη ώρα της τραγωδίας, αντί για σεβάσμιο αποχαιρετισμό, έδωσαν μία υπόσχεση ότι θα αγωνιστούν για να κάνουν τον γιο του Μητσοτάκη, πρωθυπουργό.
«Πριν να σε κατεβάσουνε στο νέο σπιτικό σου, σου τάζουμε πρωθυπουργό να κάνουμε το γιο σου», ήταν τα λόγια του τραγωδού και οι παρευρισκόμενοι ξεπέρασαν για λίγο τη θλίψη τους και ξέσπασαν σε χειροκροτήματα.
Δεν ήταν άλλωστε η πρώτη φορά που οι τεθλιμμένοι παρευρισκόμενοι κομπάρσοι της Δεξιάς- πέραν της οικογενείας -, ξεσπούσαν σε χειροκροτήματα. Το έκαναν όταν περνούσε τα σκαλιά της Μητροπόλεως ο Βασιλιάς της καρδιάς τους, Κωνσταντίνος Γλύξμπουργκ. Λίγο μετά τις αποδοκιμασίες που είχαν φροντίσει να ακουστούν και η ΝΔ επισήμανε με ανακοίνωσή της, κατά του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, όταν έφθασε στη Μητρόπολη.
Η συγκίνηση, η κρητική περηφάνια και η ομορφιά σε όλο της το μεγαλείο. Ιδανικά που ενσωμάτωνε ο Μητσοτάκης και κληροδότησε στα παιδιά του, τα ιδανικά της Κρήτης. Η οποία όπως μάθαμε προσφάτως γλύτωσε τον εμφύλιο λόγω του Μητσοτάκη, αλλά για κάποιον λόγο ποτέ δεν του το αναγνώρισε. Τουλάχιστον η πλειοψηφία, η οποία κινείται παραδοσιακά στον αντίπαλο πολιτικό χώρο από αυτόν που πρέσβευε ο Μητσοτάκης.
Αν λοιπόν η Κρήτη δεν μας στηρίζει, ο θάνατος εμφανίζεται ως μία καλή ευκαιρία για να δείξουμε το αντίθετο. Η κρητική λεβεντιά, νέοι και γέροι, με τα δασύτριχα στήθη και τα πλούσια γένια, οι συνεχιστές των ωραίων παραδόσεων, φορώντας τις κάπες τους στους 30 βαθμούς Κελσίου, χρησιμοποιήθηκαν για να ομορφύνουν το σκηνικό.
Επιστρατεύθηκαν ακόμη και μοντέλα, για να δείξουν ότι η συγκίνηση και η στήριξη στις πολιτικές ιδέες του πρώην πρωθυπουργού και των διαδόχων του, οφείλει να προσαρμόζεται στις ανάγκες της τηλεοπτικά όμορφης εικόνας.
Η λεβεντιά και η ομορφιά αναδείχθηκε ως βασικό συστατικό, αλλά το σκηνικό απαιτεί και πίστη.
Ο άγρυπνος φρουρός του Μητσοτάκη, ο Μανούσος που ποτέ δεν έφυγε από το πλευρό του, -χωρίς να αμφισβητεί κανείς την οικειοθελή αφοσίωση και την ειλικρινή θλίψη που τον διακατείχε, έπρεπε για χάρη του σκηνοθέτη να τον ακολουθήσει και στο C-130 που μετέφερε τη σορό του, γιατί ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν ήθελε να γίνει η κηδεία δημοσία δαπάνη…
Ο Μανούσος, δικαίως, αναδείχθηκε σε σύμβολο αφοσίωσης. Όχι όμως μόνο στον άνθρωπο, αλλά κυρίως στις ιδέες του.
Η άψογη σκηνοθεσία, δεν σεβάστηκε ούτε τους ανήλικους, με ευθύνη φυσικά αυτών που πολιτεύονται μέσω Instagram παραδίδοντας τα τέκνα τους στο βωμό της πολιτικής επικοινωνίας. Τα παιδιά της οικογένειας.
Στην τελευταία σκηνή, μετά την υπόσχεση των τραγωδών, ο σκηνοθέτης παρέδωσε τη σκυτάλη στην επόμενη γενιά. Το ελπιδοφόρο μήνυμα για το μέλλον μπήκε στο κάδρο μέσω του εγγονού, ο οποίος εναποθέτοντας στο φέρετρο την κατσούνα που χρησιμοποιούσε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης για να περπατάει στα αιώνια βουνά τση Κρήτης, σηματοδότησε το αέναο της οικογένειας και λειτούργησε ως διαβεβαίωση για το μέλλον.
Η οικογένεια Μητσοτάκη, κυρίως ο Κυριάκος, δεν θα μπορούσαν να ελέγξουν απόλυτα την έκταση που έλαβε η κάλυψη της κηδείας του πατέρα τους.
Δεν θα μπορούσαν να αποτρέψουν τον ΣΚΑΙ για παράδειγμα, να μεταδίδει σε ζωντανή μετάδοση την τελετή. Δεν θα μπορούσαν να αποτρέψουν τις εφημερίδες και τα sites από το να αγιοποιήσουν τον πατέρα τους.
Όμως, είναι δεδομένο ότι επέλεξε να μετατρέψει σε πολιτικό γεγονός την κηδεία.
Ίσως μέσα στη θλίψη και την αμετροέπεια θεώρησε ότι μπορεί να λειτουργήσει σαν ιστορική επανάληψη της κηδείας του Σεφέρη, όπως ευχήθηκε ένας φέρελπις κολαούζος δημοσιολόγος.
Ίσως φαντάστηκαν ότι θα βγουν στους δρόμους ορδές πολιτών και θα ζητούν την άμεση πρωθυπουργοποίηση του Κυριάκου, αλλά έκαναν για άλλη μία φορά λάθος.
Και το μεγαλύτερο λάθος δεν ήταν η πολιτική εκτίμηση, αλλά οι ενέργειες όλες αυτές τις ημέρες, οι οποίες σχεδόν μετέτρεψαν την αυτονόητη και αδιαμφισβήτητη θλίψη για το χαμό του ανθρώπου, του πατέρα, του παππού, του πολιτικού ανδρός, σε καθαγιασμένη από τον τηλεοπτικό σκηνοθέτη, τυμβωρυχία.