Υπάρχει κάτι πολύ βαθύ στο βλέμμα κάθε Κινέζου αξιωματούχου που συναντάται με κάποιον Έλληνα ομόλογό του, σε οποιοδήποτε επίπεδο, διπλωματικό, επιχειρηματικό ή άλλο.
Κάτι που ξεπερνάει κατά πολύ την προφανή εκτίμηση που χαίρει στα μάτια της Κίνας η γεωπολιτική και γεωστρατηγική θέση της Ελλάδας, ως γέφυρα μεταξύ τριών ηπείρων και θαλάσσια οικονομική πύλη της Κίνας στην Ευρώπη.
Είναι ο βαθύτατος σεβασμός που θρέφει κάθε Κινέζος για τον ελληνικό πολιτισμό και τον τόπο στον οποίο αυτός γεννήθηκε και μεγαλούργησε.
Έχοντας συναίσθηση και αντλώντας ανεξάντλητη περηφάνια από τη μακραίωνη συμβολή του σινικού πολιτισμού στο ρου της ανθρωπότητας, ο κινεζικός λαός αντιμετωπίζει με αντίστοιχο θαυμασμό τους λαούς και τους πολιτισμούς που καθόρισαν και αυτοί με τα επιτεύγματά τους την εξέλιξη του ανθρώπινου γένους.
Είναι ένας σεβασμός που δεν μπορεί να αποτιμηθεί με οικονομικούς όρους, όπως μία στρατηγική επένδυση.
Μπορεί όμως, με σωστό σχεδιασμό, να γίνει η βάση, η πλατφόρμα για την ποιοτική διαφήμιση και προώθηση της εικόνας της σύγχρονης Ελλάδας στην αχανή Κίνα, μπορεί να φέρει ολοένα και περισσότερους Κινέζους τουρίστες στην Ελλάδα, μπορεί να διευκολύνει την διείσδυση των ελληνικών προϊόντων στην κινεζική αγορά, μπορεί, τέλος, να δημιουργήσει ευνοϊκό κλίμα για την ευρύτερη αμοιβαία κατανόηση Ελλάδας και Κίνας και σε θέματα «βαριάς» διπλωματίας.
Τα παραπάνω σκιαγραφούν με απλά λόγια γιατί ο πολιτισμός και η πολιτιστική διπλωματία αποκαλείται «ήπια» και «έξυπνη» ισχύς.
Ισχύς, η οποία με σωστή αξιοποίηση μπορεί να απογειώσει τη διεθνή ταυτότητα και τις διεθνείς συνεργασίες μίας χώρας, επηρεάζοντας θετικά την αντίληψη που έχουν για αυτή οι κάτοικοι σε όλο τον πλανήτη.
Ταυτόχρονα, ο πολιτισμός αποτελεί μία πολύ σημαντική οικονομική δύναμη: δεν είναι τυχαίος ο όρος «βιομηχανία του πολιτισμού».
Η επένδυση στην εμβάθυνση των πολιτιστικών σχέσεων με χώρες όπως για παράδειγμα η Κίνα και η Ινδία μόνο θετικές συνέπειες μπορεί να έχει για την ελληνική οικονομία.
Το πραγματικό ερώτημα είναι πώς υλοποιεί κανείς την προσοδοφόρα για όλους διασύνδεση πολιτισμού – οικονομίας – διπλωματίας.
Πώς φεύγει κανείς από τις μεγαλόστομες διακηρύξεις για τον αλληλοθαυμασμό των αρχαίων πολιτισμών και αξιοποιεί με πρακτικά βήματα το τεράστιο δυναμικό ευημερίας που μπορεί να προκύψει από τη συνεργασία χωρών στον πολιτιστικό τομέα.
Είναι πολύ θετικό που αυτή ακριβώς η επιδίωξη είναι η κινητήρια δύναμη πίσω από τη δημιουργία, με πρωτοβουλία του Έλληνα Υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά, του Φόρουμ Αρχαίων Πολιτισμών, η ιδρυτική Υπουργική Διάσκεψη του οποίου θα πραγματοποιηθεί στην Αθήνα στις 24 Απριλίου.
Αίγυπτος, Βολιβία, Ινδία, Ιράν, Ιράκ, Ιταλία, Μεξικό, Περού, μαζί με Ελλάδα και Κίνα απαρτίζουν τα δέκα πρώτα μέλη αυτής της πρωτοβουλίας.
Η δε πρόσκληση της Υπουργικής Διάσκεψης φέρει την υπογραφή του Νίκου Κοτζιά και του Κινέζου ομόλογού του Γουάνγκ Γι – ακόμα ένα δείγμα του πόσο καταλυτικά έχει επιδράσει η βαθύτατη εκτίμηση των Κινέζων στον ελληνικό πολιτισμό στην εμβάθυνση των διμερών σχέσεων…