Ένα νοικοκυριό λέμε ότι βρίσκεται σε κατάσταση ενεργειακής φτώχειας όταν δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να αποκτήσει την ενέργεια που του χρειάζεται για να καλύψει τις καθημερινές ενεργειακές του ανάγκες, που είναι ο ηλεκτροφωτισμός, το μαγείρεμα και η θέρμανση.
Η χώρα μας, μέχρι πρότινος, δεν υπέφερε από ενεργειακή φτώχεια, χωρίς ωστόσο να έχει κατορθώσει να εξαλείψει παντελώς το φαινόμενο.
Όμως, από το 2008, χρονιά έναρξης της οικονομικής κρίσης, αυξάνονται συνεχώς τα κρούσματα ενεργειακής φτώχειας, με αποκορύφωμα την περίοδο Δεκεμβρίου 2013-Ιανουαρίου 2014, οπότε η κυβέρνηση αναγκάστηκε να προχωρήσει στη μείωση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος, αφού μεγάλο πλήθος οικογενειών αδυνατούσε να εξασφαλίσει για τα σπίτια τους τη βασική θερμοκρασία (δηλαδή θερμοκρασία τουλάχιστον ίση με 17ο C).
Όλοι θυμούνται τα συμβάντα της αιθαλομίχλης των δύο τελευταίων χειμώνων, κατά τους οποίους μεγάλο πλήθος νοικοκυριών αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει τα, μάλλον διακοσμητικά, τζάκια για τη θέρμανση των διαμερισμάτων, καίγοντας οτιδήποτε μπορούσε να καεί (νοβοπάν, λακαρισμένα ξύλα κλπ). Δυστυχώς η τάση προβλέπεται να συνεχισθεί στο ορατό μέλλον.
Αίτια που δημιουργούν την ενεργειακή φτώχεια
Σύμφωνα με μελέτη του Οικονομικού Πανεπιστημίου, στη δημιουργία της ενεργειακής φτώχειας στη χώρα μας συντέλεσαν:
• η μείωση του εισοδήματος του νοικοκυριού,
• το υψηλό κόστος των καυσίμων,
• η κακή μόνωση των κτιρίων
καθώς επίσης
• η οικονομική δυσκολία των νοικοκυριών να αποκτήσουν και να εγκαταστήσουν νέα συστήματα θέρμανσης που μειώνουν την κατανάλωση ενέργειας και
• η έλλειψη χρηματοδότησης και γνώσης αναφορικά με τις νέες τεχνολογίες που εξοικονομούν ενέργεια.
Αντιμετώπιση του φαινομένου
Συνήθως, η ενεργειακή φτώχεια αντιμετωπίζεται με μέτρα που θεσπίζουν οι κεντρικές κυβερνήσεις, όπως είναι: η μείωση της φορολογίας των καυσίμων, η επιδότηση των εγκαταστάσεων εξοικονόμησης ενέργειας κ.ά.
Όμως, η οικονομική κατάσταση της χώρας μας δεν επιτρέπει στη κυβέρνηση να λάβει μέτρα για την εξάλειψη του φαινομένου.
Μέσα σε αυτό το περίγραμμα, είναι επίκαιρο το ερώτημα αν θα μπορούσε η τοπική αυτοδιοίκηση και υπό ποιες προϋποθέσεις να «υποκαταστήσει» την κεντρική κυβέρνηση, ασκώντας μία νέα κοινωνική πολιτική, με την οποία θα είναι σε θέση να παράσχει στο μέσο νοικοκυριό την πληροφορία, τις συμβουλές και τα εργαλεία που του είναι απαραίτητα για να αμβλύνει το πρόβλημα που απασχολεί τη καθημερινότητά του και υποβαθμίζει σημαντικά την ποιότητα ζωής του.
Προτάσεις
Βασική προϋπόθεση για να διαδραματίσει η τοπική αυτοδιοίκηση έναν τόσο σημαντικό και καινοτόμο ρόλο είναι να μπορέσει να επιμορφώσει και να αναβαθμίσει έναν κρίσιμο αριθμό δημοτικών υπαλλήλων, οι οποίοι θα μετατραπούν σε υπαλλήλους-γνώστες των ενεργειακών θεμάτων και οι οποίοι θα ενημερώνονται συνεχώς επί των μεθόδων εξοικονόμησης ενέργειας, των χρηματοδοτικών προγραμμάτων, των προϋποθέσεων και των εγγράφων για τη χρηματοδότηση κλπ.
Με άλλα λόγια, θα είναι σε θέση να εξυπηρετήσουν πλήρως τους δημότες που θα καταφύγουν σε αυτούς αναζητώντας λύση στο ενεργειακό πρόβλημά τους.
Διαθέτοντας έναν τέτοιο πυρήνα στελεχών, η τοπική αυτοδιοίκηση μπορεί να διεκδικήσει σημαντική συμβολή στην ανακούφιση των δημοτών από την ενεργειακή φτώχεια, αναλαμβάνοντας μία σειρά από ενέργειες, όπως:
1. ενημέρωση και καθοδήγηση των δημοτών:
* σύνταξη, δημοσίευση και διάθεση στο κοινό απλουστευμένων ενημερωτικών εντύπων, αναφορικά με τις μεθόδους εξοικονόμησης ενέργειας,
* παροχή συμβουλών στους δημότες για τη μείωση της ενεργειακής τους δαπάνης,
* ενημέρωση των δημοτών αναφορικά με το πραγματικό κόστος λειτουργίας των εγκαταστάσεων θέρμανσης που χρησιμοποιούν διαφορετική ενέργεια (πετρέλαιο, φυσικό αέριο, πέλετ, καυσόξυλα, ηλεκτρικό ρεύμα, υγραέριο κλπ),
* ενημέρωση των δημοτών αναφορικά με τις υπάρχουσες μεθόδους θέρμανσης και τη νομοθεσία που τις διέπει,
* ενημέρωση των πολιτών αναφορικά με τα πακέτα που θα προσφέρουν οι πάροχοι ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, που θα εμφανισθούν στην αγορά από το 2015 (κάτι ανάλογο με τους παρόχους τηλεφωνίας).
2. υποστήριξη των δημοτών:
* συμπλήρωση, υποβολή και διεκπεραίωση αιτημάτων ένταξης κατοικιών/διαμερισμάτων σε επιδοτούμενα προγράμματα, όπως το πρόγραμμα «Εξοικονομώ κατ΄ Οίκον»,
* εξασφάλιση χρηματοδότησης μέσω του ΕΣΠΑ 2014-2020 της επένδυσης που απαιτείται, ώστε κάθε διαμέρισμα να διαθέτει δικό του σύστημα ανεξάρτητης θέρμανσης, για να μειωθεί με το τρόπο αυτό η δαπάνη θέρμανσης, να σταματήσει η καταβολή κοινοχρήστων θέρμανσης, αλλά και η εξάρτηση από τη βούληση ή τη δυνατότητα των υπολοίπων να ζεστάνουν τα διαμερίσματά τους.
3. υλοποίηση δράσεων όπως:
* καταγραφή προτάσεων εξοικονόμησης ενέργειας στα δημοτικά κτήρια και εξεύρεση πηγών για τη χρηματοδότηση της εγκατάστασής τους (π.χ. μέσω των προγραμμάτων εταιρικής κοινωνικής ευθύνης μεγάλων εταιριών),
* διάθεση του ποσού που αποδίδεται ετησίως στον Δήμο από την ΕΠΑ Αττικής, σε έργα εξοικονόμησης ενέργειας στα δημοτικά κτήρια,
*επιδίωξη επίτευξης προγραμματικής συμφωνίας για επέκταση του δικτύου φυσικού αερίου προς κάθε κτήριο που διαθέτει ανεξάρτητη θέρμανση, χωρίς πληρωμή τελών σύνδεσης,
*σύνταξη και τήρηση μητρώου αδειοδοτημένων τοπικών επαγγελματιών που σχετίζονται με την εξοικονόμηση ενέργειας, ήτοι των ενεργειακών μηχανικών, των τεχνικών καυστήρων, των συντηρητών, των εγκαταστατών θερμοϋδραυλικών και των εμπόρων εξοπλισμού θέρμανσης, προκειμένου να τονωθεί η τοπική οικονομία.
Είναι βέβαιο ότι η τοπική αυτοδιοίκηση οφείλει να προσαρμοσθεί στις νέες ανάγκες και απαιτήσεις που δημιουργούνται από το συνεχώς μεταβαλλόμενο οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο της χώρας μας. Η συμβολή της στην αντιμετώπιση των νέων κοινωνικών ζητημάτων που γεννιούνται, όπως αυτό της ενεργειακής φτώχειας, θα της δώσει την ευκαιρία να εκσυγχρονιστεί και να συσπειρώσει τους δημότες σε όφελος των ιδίων, αλλά και του θεσμού, το κύρος του οποίου έχει πληγεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια.