Ισλαμικό ΚράτοςΙσραήλΤουρκίαΚουρδιστάνΟυκρανίαΚορωνοϊός - ΚορονοϊόςΕνέργειαΤζιχαντιστές
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ:
info@tribune.gr
Θοδωρής Ψαλιδόπουλος
Δημοσιογράφος, Προέδρος του Ελληνορωσικού Συνδέσμου

Μία ευρωπαϊκή πολιτική

Μία ευρωπαϊκή πολιτική
ΔΕΙΤΕ ΠΡΩΤΟΙ ΟΛΑ ΤΑ ΝΕΑ ΤΟΥ TRIBUNE ΣΤΟ GOOGLE NEWS

Αρκετές ημέρες μετά από την πραγματοποίησή της, η επίσκεψη του Ρώσου Προέδρου κ. Βλαντίμίρ Πούτιν στην Αθήνα και το Άγιον Όρος, στο πλαίσιο του Αφιερωματικού Έτους των δύο χωρών, φαίνεται πως εξακολουθεί να απασχολεί τους αναλυτές των διεθνών εξελίξεων και την ελληνική κοινή γνώμη.

Το γεγονός αποτελεί ασφαλή ένδειξη της ιδιαίτερης σημασίας της. Διότι σε μια περίοδο, η οποία θα μπορούσε να αποβεί κομβική για την πολιτική κατάσταση στην Ευρώπη, η ελληνική και η ρωσική πολιτική ηγεσία καθόρισαν, ίσως για πρώτη φορά με τόση καθαρότητα, κατά την τελευταία δεκαετία, την ευρωπαϊκή διάσταση των διμερών σχέσεων.

Το ελληνικό κίνημα της φιλίας, υποστηρίζοντας ιστορικά με θάρρος την ενεργό και ισότιμη ελληνορωσική συνεργασία, είχε πάντοτε επίγνωση ότι ενώ οι διμερείς σχέσεις είχαν στέρεες βάσεις επί των κοινών πολιτισμικών τους αξιών, η πρακτική τους αναβάθμιση προσέκρουε και πολύ συχνά ακυρωνόταν εντός του διεθνούς και ιδίως του ευρωπαϊκού τους περιβάλλοντος.

Η αλήθεια αυτή οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι ελληνορωσικές σχέσεις δεν μπορούν να αποτελέσουν μίαν ετερόδοξη αντίληψη για τη διεθνή θέση της Ελλάδος, η οποία θα αμφισβητήσει ή προορίζεται να απειλήσει τους θεσμούς της διεθνούς συνεργασίας στην Ευρώπη.

Η αναβάθμιση των διμερών ελληνορωσικών σχέσεων είναι αναπόσπαστο μέρος της συλλογικής, δημοκρατικής αναβάθμισης των σχέσεων μεταξύ της Ευρώπης και της Ρωσίας, την οποία η Ελλάδα είχε και έχει τους ιστορικούς λόγους, αλλά και το ιδιαίτερο συμφέρον να κατανοεί και να επιδιώκει.

Οι δογματικές αντιδράσεις μερίδας του ξένου τύπου σ’ αυτή την ειδική σχέση στερούνταν πάντοτε αξιοπιστίας.

Οι ισχυρές ελληνορωσικές σχέσεις προϋποθέτουν, εξάλλου, σταθεροποιημένη και ισχυροποιούμενη Ελλάδα. Καθόλου δεν αντιπροσωπεύουν μια δήθεν εναλλακτική πολιτική, υποσχόμενη ότι μπορεί να ματαιώσει στο εσωτερικό την ανάγκη μεταρρυθμίσεων και θυσιών για το δημοκρατικό εκσυγχρονισμό και την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης.

Δεν αντιστρατεύονται επίσης την ενεργό συμμετοχή της χώρας στην ομοσπονδιακή προοπτική της ευρωπαϊκής συνεργασίας, όπως (γραφικοί, αλλά και ενίοτε επικίνδυνοι) εθνικιστικοί κύκλοι επιδιώκουν εδώ και στο εξωτερικό. Οι αρνητές των αξιών και της ιστορίας της αντιφασιστικής νίκης δεν έχουν θέση στην ελληνορωσική φιλία.

Στην Αθήνα, ο Πρωθυπουργός κ. Αλέξης Τσίπρας και ο Ρώσος Πρόεδρος εξήραν εμφατικά τις προοπτικές της διμερούς συνεργασίας. Αλλά, μίλησαν ακριβώς και για την Ευρώπη, η οποία θα παραμένει ανάπηρη και θα καθίσταται έτσι αμφισβητούμενη, όσο αποφεύγει να παραδεχθεί πως η ασφάλεια και η αναπτυξιακή της προοπτική έχουν ως προϋπόθεση την ισότιμη σχέση της με τη Ρωσία, όπως έχει αποδειχθεί σε όλες τις μεγάλες καμπές της ιστορίας της.

Η επικειμένη συμμετοχή του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Ζαν Κλωντ Γιουνκέρ στο Οικονομικό Φόρουμ της Αγίας Πετρούπολης, αργότερα τον Ιούνιο και μετά από την επίσκεψή του στην Αθήνα, θα παράσχει την ευκαιρία προς ανανέωση αυτού του αναγκαίου διεθνούς διαλόγου, ενώ αντικειμενικά αίρει τα δογματικά νέφη πάνω από τις ελληνορωσικές διπλωματικές πρωτοβουλίες.

Βεβαίως, πολλά γεγονότα στη γηραιά ήπειρο είναι σήμερα αντιφατικά και αδιέξοδα, ιδίως ως προς τις σχέσεις της με τη Ρωσία. Οι κυρώσεις εναντίον της απ’ αφορμή την Ουκρανική κρίση είναι ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά.

Αποδείχθηκαν ανίκανες να συμβάλουν στην υλοποίηση των Συμφωνιών του Μινσκ και επιδείνωσαν, σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, όλα τα μεγέθη της εμπορικής συνεργασίας των ευρωπαϊκών χωρών με τη Μόσχα.

Δεν μπορεί, όμως, κάποιος αντικειμενικός παρατηρητής να παραβλέψει και ότι οι κυρώσεις επηρεάζουν την ευρωπαϊκή ενότητα. Η Γερμανία, επί παραδείγματι, ενώ εξακολουθεί να πρωταγωνιστεί στις επιφυλάξεις για την άρση τους, εξακολουθεί και να συνεργάζεται με τη Ρωσία στον ενεργειακό τομέα, χωρίς νομικά προσκόμματα και πολιτικά προβλήματα.

Αυτά ασφαλώς θα εγείρονταν «αυτοδικαίως» εάν η Ελλάδα και η Ιταλία έκαναν το ίδιο. Ουδείς εξάλλου μπορεί να αγνοήσει τον αντιρωσικό προσανατολισμό των περισσοτέρων εξ εκείνων των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, οι οποίες προσφάτως μεθόδευσαν την κατάλυση της ευρωπαϊκής συλλογικότητας για την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης.

Ο Ελληνορωσικός Σύνδεσμος είχε από την ίδρυσή του την πεποίθηση ότι η Ελλάδα μπορεί να καταστεί μία ακόμη σταθερή γέφυρα διαλόγου και συνεργασίας μεταξύ της Ευρώπης και της Ρωσίας.

Είχε εξ αρχής τη βεβαιότητα ότι η δυναμική προαγωγή των ελληνορωσικών σχέσεων είναι μια ευρωπαϊκή πολιτική, επιβεβλημένη από την ιστορία και το εθνικό συμφέρον, όπως έχει κατ’ επανάληψη επιβεβαιωθεί μεταξύ άλλων και στην προσπάθεια για την επίλυση του κυπριακού προβλήματος.

Η απόφαση των δύο κυβερνήσεων να εντείνουν τον μεταξύ τους πολιτικό διάλογο και η υπογραφή σειράς συμφωνιών και μνημονίων, τα οποία εκδηλώνουν την πρόθεση της συνεργασίας τους, αντικειμενικά ενθαρρύνουν την κοινωνία των πολιτών στη δράση της.

  • Απειλές και ευκαιρίες για την Ελλάδα έπειτα από την πτώση του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία
    Πολιτικός Επιστήμονας - Διεθνολόγος
  • Η γεωπολιτική απληστία της ρωσικής Εκκλησίας
    Ανεξάρτητος Αρθρογράφος
  • Για την Εξουσία και την Εθνική Κυριαρχία
    Νομικός, Ύπατος Μεγάλος Ταξιάρχης του Υπάτου Συμβουλίου του 33° του ΑΑΣΤ για την Ελλάδα
  • Πολιτική Απορρήτου - Στοιχεία Εταιρείας
    Για έγκυρη ενημέρωση πατήστε follow και ακολουθήστε μας στο twitter
    Follow @tribunegr