Αν η επίθεση της Αλ Κάιντα στους δίδυμους πύργους της 11ης Σεπτεμβρίου είχε ως στόχο (και κάποια νομιμοποίηση εντός του μουσουλμανικού κόσμου) την αντίδραση εναντίον της στρατιωτικής και οικονομικής υπεροπλίας, αλλά και της εκμετάλλευσης των περιοχών του αραβικού και λοιπού μουσουλμανικού κόσμου από τις ΗΠΑ, με σημείο αιχμής ένα «πολιτικό» ζήτημα, το παλαιστινιακό.
H επίθεση του ΙSIS στο Παρίσι έχει ως προφανή στόχο – κάτι που δεν το είδα πουθενά μέχρι σήμερα να αναδεικνύεται – την αντίδραση ενάντια στον ευρωπαϊκό πολιτισμό και τα επιτεύγματα της νεωτερικότητας, με σημείο αιχμής ένα «πολιτιστικό» ζήτημα, την έκλυση των ηθών του δυτικού πολιτισμού, κατά την δική τους ασφαλώς αμφιλεγόμενη ερμηνεία.
Αν το κέντρο εμπορίου των ΗΠΑ επελέγη ως συμβολικός στόχος στην πρώτη περίπτωση, το Μπατακλάν ως ο κύριος στόχος της παρισινής επίθεσης ασφαλώς σηματοδοτεί αυτή τη νέα στόχευση.
Για την περίπτωση της τρομοκρατικής επίθεσης της 11ης Σεπτεμβρίου πολύ διαφωτιστική είναι η συνέντευξη που παραχώρησε ο Γάλλος διανοούμενος και φιλόσοφος Ζακ Ντεριντά στο φίλο και συνάδελφο π. Π. Μανουσάκη την εποχή εκείνη, και δημοσιεύτηκε στο ΒΗΜΑ της 9ης Δεκεμβρίου του 2001 (εδώ). Έχει μεγάλη σημασία για την περίπτωσή μας η συνέντευξη αυτή, γιατί προέρχεται από έναν εκ των φιλοσόφων της αποδόμησης της νεωτερικότητας.
Την ίδια περίοδο εξέδωσα το βιβλίο μου Μετανεωτερικότητα και Εκκλησία. Η πρόκληση της Ορθοδοξίας, εκδόσεις Ακρίτα, Αθήνα 2002, όπου υποστήριζα την ανάγκη συνάντησης της Εκκλησίας με τη νεωτερικότητα σε μια γόνιμη και δημιουργική σύνθεση.
Αναφέρομαι στο θέμα αυτό, γιατί άρχισαν πάλι εξ αφορμής της παρισινής επίθεσης να βγαίνουν από το χρονοντούλαπο της ιστορίας όλες οι ιδεοληψίες, ένθεν και ένθεν της μεθορίου της νεωτερικότητας, με πιο χτυπητό παράδειγμα από την μια πλευρά τις επιεικώς απαράδεκτες δηλώσεις του (και βουλευτού των ΑΝΕΛ) Κώστα Ζουράρι, και από την άλλη ένα πλήθος δηλώσεων, ότι για όλα τα δεινά ευθύνονται οι θρησκείες, και κυρίως οι μονοθεϊστικές, μόνιμο άλλωστε μοτίβο των (κατά την ταπεινή μου γνώμη) φονταμενταλιστών της νεωτερικότητας.
Στη δεύτερη περίπτωση, το πρόσφατο δηλαδή δεύτερο μεγάλο χτύπημα στο δυτικό πολιτισμό, στην προσπάθεια πολλών να υπερασπιστούν τις αρχές της νεωτερικότητας, συνεχίζεται να παραθεωρείται η βασικότερη αιτία όλων των –απερίφραστα καταδικαστέων ασφαλώς– τρομοκρατικών ενεργειών των 50 τελευταίων ετών.
Δεν είδα πουθενά π. χ. να αναλύεται η ηθική διάσταση της ανακοίνωσης ανάληψης της ευθύνης από τους τρομοκράτες του ISIS, με τον σαφή χαρακτηρισμό του Μπατακλάν ως κέντρου «ακολασίας»! Ούτε καν η μετάφραση στα ελληνικά ολόκληρης της ανακοίνωσης δεν είδε το φως της δημοσιότητας.
Με σχεδόν δεδομένο το γεγονός πως ήδη βιώνουμε τις ολέθριες συνέπειες ενός Γ΄ παγκοσμίου πολέμου, όπως ευφυώς παρατήρησε εδώ και καιρό ο πάπας Φραγκίσκος, πολλοί σοβαροί πολιτικοί αναλυτές, όπως ο Νίκος Μπίστης (εδώ), υποστηρίζουν πως χωρίς δεύτερη σκέψη και ατέρμονες αναλύσεις ο πολιτισμένος κόσμος πρέπει να συστρατευτεί και να συντρίψει δυναμικά (στρατιωτικά ασφαλώς) την πηγή του κακού στη ρίζα του, όπως το έπραξε στην περίπτωση του ναζισμού κατά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο.
Συμφωνώ απόλυτα, με έναν όμως αστερίσκο: τη μέθοδο, ή καλύτερα τις απαραίτητες προϋποθέσεις στον σχεδιασμό. Ο προβληματισμός μου καταγράφεται, όχι τόσο εξαιτίας των φιλειρηνικών μου (ως θεολόγου) πεποιθήσεων – ασφαλώς όχι αφελούς πασιφιστικής υφής –, όσο κυρίως εξαιτίας της θρησκευτικής παραμέτρου της όλης υπόθεσης, και φυσικά της αναγκαιότητας και περαιτέρω προώθησης του διαθρησκειακού διαλόγου. Και αν για το πρώτο, τη χρήση δηλαδή «έννομης» βίας, η βιβλική (παύλεια, Ρωμ 13,1εξ) και βυζαντινή (η περίφημη δηλαδή «πολιτική θεωρία της «συμφωνίας») παράδοση μπορεί να υπάρχει κάποια ηθική αιτιολόγηση (εδώ), η εμπέδωση αλλά και περαιτέρω προώθηση του διαθρησκειακού διαλόγου αποτελεί όχι απλώς θεωρητικό ζήτημα αναγκαιότητας, αλλά και ρεαλιστικό πολιτικό προαπαιτούμενο.
Εάν η Ευρώπη αντιδράσει όπως πριν από 15 χρόνια ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζωρτζ Μπους, καταστρέφοντας ό,τι με κόπο δημιούργησαν με το διαθρησκειακό διάλογο σε διαχριστιανικό επίπεδο οι νεώτεροι θεολόγοι, μερικές φορές κόντρα σε φανατικούς θρησκευόμενους, ακόμη και ορισμένους θρησκευτικούς ηγέτες, το μέλλον αναμένεται ζοφερό, και το κυριότερο η όλη διεθνής εκστρατεία αναποτελεσματική. Ίσως μάλιστα να επιδεινώσει αντί να λύσει το πρόβλημα, όπως συνέβη με τις επεμβάσεις σε Ιράκ, Αφγανιστάν, αραβική άνοιξη κλπ.
Στο μήνυμα, άλλωστε, συμπαθείας και συλλυπητηρίων, το οποίο απέστειλε ο Οικουμενικός Πατριάρχης προς τον Πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας κ. François Hollande, αναφέρεται πως «ο φονταμενταλισμός ο οποίος τρέφει την τρομοκρατία, εγείρει τεχνητά τείχη μεταξύ των ανθρώπων, τα οποία μόνον ο (διαθρησκειακός) διάλογος είναι ικανός να κρημνίσει» (εδώ).
Ο διαθρησκευτικός διάλογος δεν αποσκοπεί απλά και μόνο στη μείωση των εχθροπραξιών μεταξύ ανθρώπων διαφορετικών θρησκευτικών πεποιθήσεων, ούτε βασίζεται απλά και μόνο στην αποδοχή της «ετερότητας». Έχω επανειλημμένα υποστηρίξει σε διεθνή fora (εδώ, και εδώ), ότι ο διαθρησκειακός διάλογος προωθείται σήμερα σε καθαρά θρησκευτικό επίπεδο προκειμένου να συμβάλει σε ό,τι άφησε ημιτελές η νεωτερικότητα (modern condition). Και οι περιοχές όπου το λεγόμενο «νεωτερικό παράδειγμα» δεν κατάφερε να πετύχει τα αναμενόμενα ήταν η πνευματική και υλική ευημερία των ανθρώπων, με αποτέλεσμα την υποβάθμιση των κοινωνικών και ηθικών αξιών.
Αναφέρομαι στην αδυναμία της κοινωνίας να εφαρμόσει μια μόνιμη και δίκαιη ειρήνη στον κόσμο, την διάσωση του φυσικού περιβάλλοντος και την άνευ όρων παράδοσή της στους κανόνες του κυρίαρχου παγκόσμιου οικονομικού συστήματος.
Αυτή η αποτυχία, ή για άλλους το έλλειμμα, της νεωτερικότητας στη δικαιοσύνη, την ειρήνη, την ακεραιότητα της δημιουργίας, και την παγκόσμια οικονομία, είναι σε κάποιο βαθμό το αποτέλεσμα του ατομισμού, ενός από τους πυλώνες της νεωτερικότητας, αλλά και η συνακόλουθη απόλυτη, άνευ όρων, ανεξέλεγκτη ελευθερία του ατόμου σε όλες τις πτυχές της ζωής (την σφαίρα της ατομικής ηθικής, τη νομικά προστατευόμενη ελευθερία στη συσσώρευση πλούτου αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις στο περιβάλλον κλπ.).
Κοιτάζοντας κριτικά την αμφιθυμία της νεωτερικότητας πολλοί θεολόγοι και ακτιβιστές (των μουσουλμάνων συμπεριλαμβανομένων) επιμένουν ότι πρέπει να υπάρχει ένα κριτήριο για να κρίνει τι πρέπει να σωθεί από τις αξίες και τα επιτεύγματα της νεωτερικότητας και τί πρέπει να διορθωθεί, κάτι δηλαδή παραπλήσιο σε κοσμικό επίπεδο με τους προβληματισμούς της μετανεωτερικότητας. Για την οικονομία της ελεύθερης αγοράς, ιδιαίτερα στην τελευταία νεοφιλελεύθερη εκδοχή της, η ισορροπία δυνάμεων έχει προ πολλού αλλάξει και η νεωτερικότητα «από μαμή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μπορεί να καταλήξει σε δολοφόνο τους».
Μόνο όταν ο κόσμος, και ιδίως οι ηγέτες του και οι πολιτικές δυνάμεις, αφουγκραστούν προσεκτικά και σταχυολογήσουν από την κοινή σοφία των θρησκειών και των άλλων ηθικών παραδόσεις αιώνων, μόνον τότε μπορούν τα θετικά στοιχεία του «μοντέρνου παραδείγματος» να αναγεννηθούν, και έτσι να γίνουν αποδεκτά και κυρίως να στηριχθούν από τους πιστούς.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός, ότι από τις τάξεις της νεολαίας των μουσουλμάνων, των κατά τεκμήριο αριθμητικά περισσότερο πιστών ατόμων, καταφέρνουν και στρατολογούν τα τάγματα αυτοκτονίας και γενικού ολέθρου οι κάθε λογής τρομοκράτες. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο στους σοβαρούς θεολογικούς κύκλους αρχίζει να γίνεται λόγος για «απελευθέρωση της νεωτερικότητας», ορολογία που είναι εμπνευσμένη από τη «θεολογία της απελευθέρωσης».
Με αυτό το γενικότερο σκεπτικό οι χριστιανοί τον τελευταίο καιρό, αλλά και πιστοί άλλων θρησκειών αγωνίζονται για μια «Διεθνή Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Ευθυνών», με διεθνή νομική κατοχύρωση, παράλληλα – και στο ίδιο επίπεδο – με τη «Διεθνή Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων».