Υπάρχει ένα ανέκδοτο για την Αριστερά που αν μη τι άλλο συνάδει με το ιστορικό DNA του πολιτικού χώρου. Σε αυτό αναφέρεται: Τι κάνει ένας αριστερός; Παρέμβαση. Τι κάνουν δύο αριστεροί; Οργάνωση. Τι κάνουν τρεις αριστεροί; Κίνημα. Τι κάνουν τέσσερις αριστεροί; Διάσπαση.
Μπορεί να μην είναι η κατάλληλη χρονική στιγμή για την απόδοση ευθυνών και σίγουρα θα χυθούν τόνοι μελάνι από όλες τις αυθεντίες της Αριστεράς και την ένθεν κακείθεν νομενκλατούρα για το ποιος είναι τελικά ο διασπαστής. Ωστόσο υπάρχουν κάποιες αντικειμενικές αλήθειες που οφείλουν να υπογραμμιστούν. Όσο για τις επιπτώσεις τους θα φανούν εν ευθέτω χρόνω και θα βαρύνουν πάνω από όλα τους ίδιους τους πρωταγωνιστές.
Το ρήγμα στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ προέρχεται από το δομικό συστατικό του DNA του που δεν είναι άλλο από τη συστέγαση διαφορετικών τάσεων και πολιτικών πεποιθήσεων. Η κυβερνησιμότητα και η σκληρή πραγματικότητα της νομισματικής ένωσης το μόνο που χρειάστηκε να κάνει ήταν ένα απλό πέρασμα για να το καταστήσει ωστόσο άμεσα ως κεντρικό πολιτικό πρόβλημα του τόπου.
Η απόφαση για τη ρήξη είναι ειλημμένη τόσο από την πλευρά του Αλέξη Τσίπρα όσο κυρίως από την πλευρά των διαφωνούντων που ακονίζουν τα κονσερβοκούτια τους πίσω από τον Παναγιώτη Λαφαζάνη για να καταλάβουν τα χειμερινά ανάκτορα. Και οι δύο πλευρές αυτό που περιμένουν απλά είναι την κίνηση που θα κάνει η άλλη, ώστε να αποκτήσουν το ηθικό πλεονέκτημα και να διώξουν από πάνω τους τη ρετσινιά του διασπαστή.
Όσο παρανοϊκό μπορεί να ακούγεται μέσα στο σουρεαλιστικό σκηνικό των ημερών, η διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ είναι η μόνη που μπορεί να διασφαλίσει την επιβίωση και την άνθιση της Αριστεράς. Μίας κυβερνώσας ευρωπαϊκής Αριστεράς, μακρυά τόσο από τις παρωπίδες του Περισσού που παραμένει στο 1918 όσο και την οσφυοκαμψία των κομμάτων της νυν σοσιαλδημοκρατίας που έχουν καταλήξει κακό παρακολούθημα της Δεξιάς.
Το μανιφέστο της ρήξης και της δραχμής του Παναγιώτη Λαφαζάνη στην εκδήλωση της iskra σήμανε και το οριστικό τέλος του ΣΥΡΙΖΑ όπως τον γνωρίσαμε μέχρι σήμερα. Δεν είναι επίσης κατακριτέο. Είναι μία πάγια πολιτική ιδεολογία που πιστά υπηρετεί ο κ. Λαφαζάνης εδώ και χρόνια ανοιχτά. Οι παρουσίες πέραν της Αριστερής Πλατφόρμας στο κλειστό του Πανελληνίου επιβεβαίωσαν τις ζυμώσεις για κοινή κάθοδο στις εκλογές με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ ως ευρωσκεπτικιστές εξ’ αριστερών του πολιτικού φάσματος.
Η διαφορά στα δύο στρατόπεδα υπάρχει και βγάζει μάτι
Από τη μία πλευρά ο Αλέξης Τσίπρας έχοντας υιοθετήσει μία μαξιμαλιστική διαπραγματευτική γραμμή, κάνοντας πολλά λάθη κατά τη διάρκεια αυτών των έξι μηνών και τελικά αναγκαζόμενος να υπογράψει μία επώδυνη συμφωνία για να διατηρήσει τη χώρα στο ευρώ και να αποτρέψει μία άτακτη χρεοκοπία, προσγειώθηκε απότομα στην πραγματικότητα.
Εκτέθηκε μέσα από τις υποσχέσεις του που τον έφεραν στην εξουσία αλλά εξέθεσε και ένα πρόβλημα πανευρωπαϊκό. Και από αυτή την έκθεση δεν θα αργήσουν να φανούν τα αποτελέσματα.
Δεν είναι της παρούσης να αναλυθούν ωστόσο τα οφέλη της συντριβής στις Βρυξέλλες, έχουν γραφεί άλλωστε.
Ο επαναστάτης της Ευρώπης λοιπόν Τσίπρας έμελλε να είναι αυτός που θα εφαρμόσει όσα δεν τόλμησαν οι προηγούμενοι.
Η σταθερή και αδιαμφισβήτητη – ακόμα και από το σκληρό μνημόνιο – δημοσκοπική του υπεροχή του δίνει τη δυνατότητα να κριθεί στη διακυβέρνηση που δεν τον έχει δει κανείς μέχρι σήμερα και που θα αποτελέσει το πραγματικό μεγάλο στοίχημα του Τσίπρα.
Στην αναζήτηση ισοδύναμων που θα ελαφρύνουν στο μέτρο του δυνατού τους αδυνάτους.
Στη ρήξη με τη διαπλοκή και τη διαφθορά.
Στην κοινωνική δικαιοσύνη μέσα στα ασφυκτικά πλαίσια που ορίζονται από το διευθυντήριο των Βρυξελλών.
Στο ξερίζωμα της στρεβλά διαμορφωμένης άποψης ότι η Αριστερά ταυτίζεται με κάποιες χιλιάδες αργόμισθους υπαλλήλους, αλλά με την εργασία και την κοινωνική πρόοδο.
Στην προσπάθεια αλλαγής αυτών που σήμερα φαντάζουν θέσφατα μέσα από την εκμετάλλευση των τεκτονικών διαστάσεων γεωστρατηγικών εξελίξεων και της προνομιακής γεωπολιτικής θέσης της Ελλάδας.
Στη δημιουργία μίας κυβερνώσας ευρωπαϊκής Αριστεράς με ευρεία κοινωνική βάση που θα ανοίξει τις πόρτες της στον κόσμο που έχει εναποθέσει τις ελπίδες του σε αυτήν.
Το μεγάλο προσωπικό και πολιτικό κέρδος του Τσίπρα που θα τον διατηρήσει στο τιμόνι της χώρας είναι η στροφή του στον πολιτικό ρεαλισμό και η απομάκρυνσή του από την ουτοπία.
Η πολιτική είναι τέχνη του εφικτού και όχι του επιθυμητού.
Αυτό το κατάλαβε, με πολύ πόνο αλλά το κατάλαβε ο Τσίπρας. Και αν αποτύχει σε αυτό, τότε γρήγορα θα γίνει όχι μόνο αριστερή αλλά και κακή παρένθεση.
Από την άλλη πλευρά υπάρχουν αυτοί που πολλοί αποκαλούν «αντάρτες». Δεν μου αρέσει ο χαρακτηρισμός, θα προτιμήσω το διαφωνούντες. Ίσως και ρομαντικούς. Η πολιτική διαφωνία είναι καθ’ όλα αποδεκτή και επ’ ουδενί κατακριτέα. Είναι ο εγγυητής της Δημοκρατίας και το οξυγόνο του ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτό που συμβαίνει ωστόσο εδώ ξεπερνά τα όρια της πολιτικής διαφωνίας και αγγίζει τα όρια της σχιζοφρένειας. Ο
Παναγιώτης Λαφαζάνης και οι διαφωνούντες επιχειρούν να πείσουν ότι είναι οι γνήσιοι αριστεροί και οι «νενέκοι» οι κίβδηλοι.
Μετά το μέτρημα της… αριστεροσύνης τους ως άλλοι έφηβοι με ανησυχίες, υπογραμμίζουν ότι με τη γραμμή διάσπασης θα διαφυλάξουν ως κόρη οφθαλμού την ενότητα.
Μιλάνε για εναλλακτική λύση, την οποία ουδέποτε έχει κανείς παρουσιάσει αναλυτικά, παρά μένει στη σφαίρα της αβεβαιότητας, της αοριστίας, επομένως και της φαντασίας μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου.
Παράλληλα, καταψηφίζουν τον ακρογωνιαίο λίθο της κεντρικής πολιτικής της κυβέρνησης για τα επόμενα χρόνια, που είναι ένα νέο μνημόνιο, αλλά εμφανίζονται ως υποστηρικτές της και αρνούνται ότι έχει χαθεί η δεδηλωμένη.
Η παραφροσύνη συνεχίζεται με την λαθροχειρία του δημοψηφίσματος.
Εάν σύντροφοι το 63% του «Όχι» σήμαινε «Ναι» στην επιστροφή στη δραχμή, ο Κουτσούμπας θα είχε ήδη μετονομάσει την πλατεία Συντάγματος σε «κόκκινη πλατεία», το άγαλμα του Κολοκοτρώνη θα είχε αντικατασταθεί από αυτό του Στάλιν και το NAMMOS στη Μύκονο δεν θα ήταν μπαρ αλλά γκουλάνγκ για τους «εχθρούς του λαού», μεταξύ των οποίων θα ήταν και οι ΣΥΡΙΖΑίοι συμπερλαμβανομένης και της Πλατφόρμας.
Σχιζοφρένεια επί της διαδικασίας
Ένα ακόμα από τα παράδοξα της σχιζοφρένειας που ζούμε τις τελευταίες ημέρες είναι «επί της διαδικασίας».
Στην εσωκομματική μάχη οι διαφωνούντες ισχυρίζονται ότι είναι οι γνήσιοι εκφραστές των θέσεων του ΣΥΡΙΖΑ και η «ψυχή» του κόμματος.
Εφόσον είναι η πεμπτουσία του κόμματος που πήρε 36% στις εκλογές και 63% στο δημοψήφισμα, γνωρίζοντας την πρωτοφανή αποδοχή του κόσμου που τους έκανε από ένα κόμμα του 4% κυβερνώσα παράταξη, για ποιο λόγο δεν θέλουν το «άνοιγμα» του Συνεδρίου και στη νέα κοινωνική βάση που έχει δημιουργηθεί τα τελευταία δύο χρόνια στην πορεία προς την κυβερνησιμότητα;
Από αυτήν την κοινωνική βάση βρίσκονται οι περισσότεροι στο Κοινοβούλιο και λαμβάνουν τη βουλευτική αποζημίωση (της οποίας μαζί με την έδρα του ουδέποτε σκέφθηκε κανείς να παραιτηθεί ως έπρεπε εφόσον διαφωνεί κάθετα και θέλει να λέγεται γνήσιος αριστερός).
Επιζητούν Διαρκές Συνέδριο, δηλαδή να συνέλθει το υπέρτατο κομματικό όργανο με τους συσχετισμούς και τους συνέδρους του 2013 όπως προβλέπεται από το καταστατικό και απορρίπτουν την πρόταση των «προεδρικών» για έκτακτο Συνέδριο που προβλέπει την εκλογή νέων συνέδρων από τις οργανώσεις με συσχετισμούς του σήμερα.
ΥΓ. Το εναλλακτικό σχέδιο και η συζήτηση για τη δραχμή πρέπει να υπάρχει, αλλά ανοιχτά με τη συμμετοχή όλων των κοινωνικών φορέων και πολιτικών δυνάμεων, όσο το Βερολίνο δείχνει ότι στόχος του είναι ο εξοστρακισμός της Ελλάδας από τη νομισματική ένωση. Σε αυτό ο Παναγιώτης Λαφαζάνης έχει δίκιο, θα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι. Αλλά μέχρι να παρουσιαστεί αυτό το εναλλακτικό σχέδιο και να υπάρχει ως «εφεδρεία» έκτακτης ανάγκης, χωρίς να προβλέπει καταδρομικές επιχειρήσεις στην ΤτΕ και ρεσάλτο στα αεροπλάνα που φέρνουν χρήμα από την ΕΚΤ, κανείς δεν μπορεί να ρισκάρει να πάει στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα. Ο κόσμος είναι αυτός που θα το επιβεβαιώσει αυτό στις επικείμενες εκλογές.
ΥΓ 2. Στο DNA της Αριστεράς δεν είναι μόνο η ελπίδα και η μάχη για ένα καλύτερο αύριο αλλά και ο πραγματισμός και η ευθύνη.