Αρχικά το ερώτημα γεννήθηκε από την απορία και τη μεταφυσική ανησυχία. Γιατί πηγαίνοντας στις ρίζες της ζωής κατανοούμε την ουσία της ίδιας της ζωής.
Ψάχνοντας τις πτυχές των κοινωνικών αντιδράσεων, θέλουμε να καταλάβουμε παρελθόν και παρόν. Οι απαντήσεις, άλλωστε, σε θεμελιακά ερωτήματα ήρθαν διαφορετικές στα διαφορετικά χρονικά διαστήματα της ζωής του ανθρώπου. Και από τις απαντήσεις που δόθηκαν προσδιορίστηκε, κατά καιρούς, η καθημερινή ζωή και η μεταφυσική προσήλωση των ανθρώπων…
Η σύγκρουση ανάμεσα στο εφικτό και στο αφηρημένο γίνεται συχνά με λεξιγογραφικές παραστάσεις.
Και ενώ δίνεται η εντύπωση πως οδηγούν σ’ ένα “αμφίβολο μεταίχμιο” έρχεται η υπερτονική εκφραστικότητα να απαθανατίσει την σχηματοποίηση και μορφοποίηση των πολλών φάσεων των αντιδράσεων των κοινωνικών ομάδων. Εκείνο που είναι βέβαιο, πάντως, είναι ότι κάποιες ενεργητικές φωνές ορίζουν τις προϋποθέσεις για ξεκάθαρη συμμετοχή σε μια κοινωνική προβληματική…
Η προοπτική της αλήθειας, άλλωστε, ξεπερνά το στοιχείο της έξαρσης. Η προσέγγιση της κοινωνικής ιστορικότητας συγκροτείται πάνω στην ελευθερία εκ του ήθους, που επιταχύνει την ανθρώπινη δραστηριότητα. Υπογραμμίζει την εξέλιξη του πολίτη όχι με στατικές ηθικές έννοιες, αλλά δυναμικά.
Ο οργανισμικός τύπος του αδιεξόδου της κοινωνίας αποκρυσταλλώνεται με διανοητικές αφαιρέσεις και συνδυασμούς περιπτώσεων. Οι δε αντιδράσεις, οι σχετικές με την ελευθερία εκ του ήθους, δίνουν το νόημα και την έμφαση της αιτιότητας.
Ο όρος “ελευθερία” δεν είναι μονοσήμαντος. Εχει τουλάχιστον δύο σημασίες. Και στο βαθμό που δεν αντιλαμβανόμαστε τη διπλή σημασία της ελευθερίας, την παρανοούμε και κατά συνέπεια την παραποιούμε.
Αποτελεί δε κάκιστη πράξη η παρανόηση και η παραποίηση της ελευθερίας, η οποία συνιστά, όπου υφίσταται, την αξιοπρέπεια της κοινωνίας και την αξιοπρέπεια του πολίτη.
Υπάρχουν λοιπόν δύο ελευθερίες. Η μια είναι η ελευθερία εκ του νόμου. Και η δεύτερη είναι η ελευθερία εκ του ήθους.
Η μια ελευθερία είναι παντελώς ανεξάρτητη από την άλλη. Μπορεί να έχεις ελεύθερο ήθος κάτω από οποιοδήποτε νομικό καθεστώς. Μπορεί, δηλαδή, να είσαι ελεύθερος εκ του νόμου και ανελεύθερος εκ του ήθους.
Στην ελευθερία εκ του νόμου δν σου θέτει φραγμό ο νόμος. Αν σου θέσει φραγμό ο νόμος, είναι ανελεύθερος. Αλλά και αν δεν σου θέτει φραγμό το ήθος, πάλι είσαι ανελεύθερος. Αυτοί οι γενικοί προσδιορισμοί μας παρέχουν τα κριτήρια για να κρίνουμε την πολιτεία, τους πολιτικούς και τους πολίτες από την οπτική της χρήσης της ελευθερίας.
Η σημερινή κοινωνία στην Ελλάδα είναι ελεύθερη εκ του νόμου. Κανένας δεν διώκεται για τα φρονήματά του, τα οποία μπορεί να εκφράζει ελεύθερα.
Τούτη όμως είναι η μια ελευθερία. Είναι η ελευθερία που ασκεί η πολιτεία.
Η άλλη ελευθερία, η εκ του ήθους, την οποία ασκεί το κάθε άτομο, οφείλει να είναι εξίσου παρούσα, προκειμένου να αναγνωρίσουμε την ύπαρξη μιας πραγματικά ελεύθερης κοινωνίας.
Οπου, δηλαδή, και οι δύο ελευθερίες ασκούνται θετικά. Ενώ όμως στην πρώτη ελευθερία αρκεί ο νόμος που ισχύει γενικά και για πάντα, στη δεύτερη ελευθερία απαιτείται η καθημερινή πράξη του κάθε πολίτη.
Αν ο κάθε πολίτης δεν ασκεί το ήθος της ελευθερίας του την κάθε στιγμή και στην κάθε πράξη του, ιδιαίτερα μάλιστα οι άνθρωποι των ΜΜΕ, τότε έχουμε αναίρεση της δεύτερης ελευθερίας.
Και μπορεί να φτάσουμε στο σημείο μέσα σε μια εκ του νόμου ελευθερία, οι πολίτες να αναλίσκουν την κοινωνική τους πρακτική σε πράξεις ανελεύθερες. Και στο βαθμό που ασκούνται πράξεις ανελεύθερες, έχουμε ανελευθερία.
Μήπως οι παραπάνω σκέψεις σας παραπέμπουν στη ζέουσα επικαιρότητα και στο επίμαχο θέμα την πολυήμερης κατάληψης του Πανεπιστημίου;
Η ελευθερία εκ του νόμου είναι αφηρημένη. Η ελευθερία εκ του ήθους είναι συγκεκριμένη, διότι αυτή συνίσταται από την κοινωνική πράξη του κάθε ατόμου. Αλλά αν έχουμε συγκεκριμένη ανελευθερία και αφηρημένη ελευθερία, τότε απλώς έχουμε σπορά ελευθερίας και συγκομιδή ανελευθερίας. Οπότε η κοινωνία κινδυνεύει να μη διαθέτει σπόρο για την επόμενη σπορά ελευθερίας.
Με άλλα λόγια, όταν μειώνεται η ελευθερία εκ του ήθους, κινδυνεύει να μειωθεί ή και να εξαφανιστεί η ελευθερία εκ του νόμου.