Τη σοβαρότερη μέχρι τώρα κρίση του φαίνεται πως αντιμετωπίζει ο κυβερνητικός συνασπισμός της Γερμανίας (SPD, Πράσινοι, FDP), μετά την κατάθεση κειμένου «για την οικονομική ανάκαμψη» και την «εν μέρει θεμελιώδη αναθεώρηση των βασικών πολιτικών αποφάσεων» από τον αρχηγό των Φιλελευθέρων (FDP) και υπουργό Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ, με το οποίο εν πολλοίς ακυρώνονται βασικές θέσεις των κυβερνητικών του εταίρων και τίθεται υπό αμφισβήτηση η συνέχιση της συνεργασίας μαζί τους.
Στο 18σέλιδο έγγραφό του, το οποίο διέρρευσε την περασμένη Παρασκευή στο περιοδικό Stern, ο κ. Λίντνερ επιχειρεί τον απολογισμό της οικονομικής κυβερνητικής πολιτικής και απαιτεί μια «οικονομική ανάκαμψη με εν μέρει θεμελιώδη αναθεώρηση των βασικών πολιτικών αποφάσεων», προκειμένου, όπως εξηγεί, να αποτραπεί η ζημιά που υφίσταται η Γερμανία ως επιχειρηματικό κέντρο.
Ο αρχηγός του FDP ζητεί μεταξύ άλλων την οριστική κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για τους υψηλόμισθους, την άμεση διακοπή όλων των νέων ρυθμίσεων στην κλιματική πολιτική και την συνολική αλλαγή πλεύσης, μαζί με την οικονομική ενίσχυση των επιχειρήσεων.
Η κατάσταση καθίσταται δραματικότερη από το γεγονός ότι η κυβέρνηση θα πρέπει έως τις 14 Νοεμβρίου να παρουσιάσει στην Επιτροπή Προϋπολογισμού της Bundestag την πρότασή της για την κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού για το 2025, αλλά και να καταλήξει σε στρατηγική αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης στη χώρα.
Πρώτη απέρριψε τα αιτήματα του κ. Λίντνερ η αρχηγός του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) Σάσκια Έσκεν, ξεκαθαρίζοντας ότι «τα σημεία που αναφέρονται στο κείμενο δεν μπορούν να εφαρμοστούν από τον κυβερνητικό συνασπισμό» και ομολογώντας ότι «αυτή τη στιγμή δεν μπορεί κανείς να προβλέψει πότε ακριβώς θα γίνουν οι επόμενες εκλογές».
Ο συμπρόεδρός της Λαρς Κλινγκμπάιλ έκανε λόγο για «φιλελεύθερη ιδεολογία» και συμπλήρωσε ότι το SPD δεν θα συμμετάσχει σε πολιτικές του τύπου «εδώ και τώρα οι πλούσιοι να γίνουν πλουσιότεροι», με την εργατική μεσαία τάξη να αμείβεται με χαμηλότερους μισθούς, να εργάζεται περισσότερο και να λαμβάνει χαμηλότερες συντάξεις.
Σε συνέντευξή του στο δεύτερο κανάλι της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ZDF, ο κ. Λίντνερ άφησε ανοιχτό το εάν ο ίδιος θέτει την υιοθέτηση των μέτρων που περιέγραψε ως προϋπόθεση για την παραμονή του κόμματός του στον συνασπισμό και ζήτησε από τον καγκελάριο να σχολιάσει τις προτάσεις του.
«Η σημερινή κατάσταση, με συζητήσεις του καγκελαρίου, έγγραφα του κ.(Ρόμπερτ) Χάμπεκ, προτάσεις από εμένα κλπ, μπορώ να υποσχεθώ στους πολίτες ότι θα ξεκαθαρίσει το συντομότερο δυνατό», δήλωσε ο αρχηγός των Φιλελευθέρων.
Όπως αποκάλυψε χθες η BILD, ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς είχε την Κυριακή 3/11 έως μετά τα μεσάνυχτα έκτακτες εμπιστευτικές συναντήσεις, πρώτα με την ηγεσία του SPD και κατόπιν με τον υπουργό Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ.
Έως την Τετάρτη 6/11, οπότε και θα πραγματοποιηθεί η κρίσιμη συνεδρίαση της Κυβερνητικής Επιτροπής, έχουν προγραμματιστεί τουλάχιστον τρεις ακόμη συναντήσεις του κ. Σολτς με τον Κρίστιαν Λίντνερ και τον υπουργό Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ (Πράσινοι).
Η κλιμάκωση της αντιπαράθεσης στο εσωτερικό της κυβέρνησης προκάλεσε ανησυχία για το ενδεχόμενο διάλυσης του συνασπισμού και πολλοί ερμήνευσαν το κείμενο του Κρίστιαν Λίντνερ ως «αγωγή διαζυγίου» προς τους εταίρους του ή ακόμη και ως «κήρυξη πολέμου».
Κάτι αντίστοιχο είχε καταθέσει το 1982 ο τότε υπουργός Οικονομικών Ότο Λάμπσντορφ, επίσης από το FDP, με πολιτικές οι οποίες δεν μπορούσαν να γίνουν αποδεκτές από τον σοσιαλδημοκράτη καγκελάριο και κυβερνητικό του εταίρο Χέλμουτ Σμιτ και σήμαναν το τέλος της 9ετούς κυβερνητικής συνεργασίας τους και την αλλαγή καγκελάριου.
Σύμφωνα πάντως με το FDP, o κ. Λίντνερ δεν επεδίωξε την δημοσιοποίηση του δικού του εγγράφου, το οποίο απευθυνόταν μόνο στον στενό κύκλο στελεχών της κυβέρνησης, αλλά τελικά διέρρευσε στα ΜΜΕ. Όπως μεταδίδει μάλιστα το περιοδικό Der Spiegel, ο αρχηγός του FDP χρεώνει την διαρροή στους Πράσινους και διαμαρτύρεται για «έλλειψη διακριτικότητας».
Ο φιλελεύθερος υπουργός Μεταφορών Φόλκερ Βίσινγκ, σε άρθρο του στην Frankfurter Allgemeine Zeitung, τάσσεται κατά της αποχώρησης του κόμματός του από την κυβέρνηση, περιγράφοντας οτιδήποτε άλλο ως «ασέβεια» προς τους πολίτες.
«Οι πολίτες είναι αυτοί που αποφασίζουν για τις δυνατότητες σχηματισμού πλειοψηφίας, όχι οι πολιτικοί ή οι κομματικές διασκέψεις.
»Οι συνασπισμοί δεν είναι εύκολο πράγμα.
»Η διακυβέρνηση δεν είναι εύκολο πράγμα.
»Η δημοκρατία δεν είναι εύκολο πράγμα.
»Είμαστε υπεύθυνοι να διασφαλίσουμε ότι θα πετύχουμε μαζί», γράφει στο άρθρο του, προκαλώντας ερωτηματικά σχετικά με το εάν όλο το FDP, το οποίο στις τελευταίες δημοσκοπήσεις φαίνεται ότι βρίσκεται στο όριο εισόδου στην βουλή, συντάσσεται με τον αρχηγό του.
«Εγώ είμαι ο καγκελάριος» τόνισε ο Σολτς – «Τρίζει» ο κυβερνητικός συνασπισμός
Ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς δεν έκρυψε τη Δευτέρα 4/11 την ενόχλησή του για τα προβλήματα του κυβερνητικού συνασπισμού, απευθύνοντας ταυτόχρονα έκκληση προς τους εταίρους του για «σοβαρότητα».
«Εγώ είμαι ο καγκελάριος. Το θέμα είναι να ξεπερνάμε τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε στις δύσκολες εποχές που ζούμε.
»Το θέμα είναι η οικονομία και οι θέσεις εργασίας.
»Το θέμα είναι ο πραγματισμός και όχι η ιδεολογία.
»Υπάρχουν ζητήματα που πρέπει να λυθούν και για να γίνει αυτό, πρέπει κανείς να εργάζεται σοβαρά.
»Αυτό είναι που περιμένω απ’ όλους» δήλωσε ο Όλαφ Σολτς, απαντώντας σε σχετική ερώτηση στο πλαίσιο της συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε με τον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε.
Το κείμενο θέσεων του Λίντνερ που έφερε την «τρικυμία»
Νωρίτερα, ο καγκελάριος είχε συναντηθεί με τον υπουργό Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ (Πράσινοι) και τον υπουργό Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ (FDP), σε μια προσπάθεια να γεφυρωθεί το χάσμα που προκλήθηκε με το κείμενο θέσεων που παρουσίασε την περασμένη εβδομάδα ο τελευταίος και το οποίο εν πολλοίς θέτει εν αμφιβόλω τη συμμετοχή του κόμματός του στην κυβέρνηση, καθώς ζητά σχεδόν συνολική ανατροπή της ασκούμενης πολιτικής.
«Δεν θέλουμε τη ρήξη. Και υποθέτουμε ότι και οι άλλοι θα είναι πιστοί στην κυβερνητική συμφωνία και ότι θα ολοκληρώσουμε από κοινού τη δουλειά που κάνουμε εδώ» δήλωσε ο αρχηγός των Πρασίνων Ομίντ Νουριπούρ, ενώ ο κ. Χάμπεκ προειδοποίησε ότι «είναι η χειρότερη στιγμή για να διαλυθεί η κυβέρνηση» κι έκανε λόγο για «άσχημες ημέρες για τη Γερμανία, οι οποίες δεν συνέβαλαν στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης προς την ομοσπονδιακή κυβέρνηση», ενώ εξέφρασε την κατανόησή του για την απογοήτευση των πολιτών.
Έκκληση «να συμμαζευτούμε λίγο όλοι και απλώς να κάνουμε τη δουλειά μας» απηύθυνε, από την πλευρά της, η υπουργός Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ, επικαλούμενη από την Ουκρανία το «πνεύμα της διεθνούς ευθύνης».
Ο Ρόμπερτ Χάμπεκ εμφανίζεται, πάντως, τώρα διατεθειμένος να διαθέσει στον προϋπολογισμό τους πόρους που προορίζονταν για την επιδότηση της επένδυσης της Intel, η οποία επρόκειτο να κατασκευάσει εργοστάσιο παραγωγής ημιαγωγών στη Γερμανία.
Τα κονδύλια «μπορούν φυσικά τώρα να συμβάλουν στον περιορισμό του δημοσιονομικού κενού» δήλωσε ο υπουργός Οικονομίας, ο οποίος επιδίωκε έως τώρα να διαθέσει τους πόρους των περίπου 10 δισ. ευρώ σε έργα για το κλίμα.
Οι τρεις εταίροι αναμένεται να έχουν νέα συνάντηση την Τρίτη 5/11, ενόψει και της κυβερνητικής επιτροπής, η οποία έχει προγραμματιστεί να συνεδριάσει την Τετάρτη 6/11 το απόγευμα.
Ενδεχόμενη διάλυση του κυβερνητικού συνασπισμού θα προκαλούσε σοβαρά προβλήματα και στους Πράσινους, οι οποίοι θα εκλέξουν τη νέα ηγεσία τους στα μέσα του μήνα και σχεδίαζαν να αποφασίσουν την προεκλογική στρατηγική και το νέο τους πρόγραμμα τον επόμενο Μάρτιο.
Μια πρόωρη προεκλογική εκστρατεία θα ήταν λοιπόν δύσκολη και από άποψη οργάνωσης.
Αντιθέτως, η Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU) διατείνεται ότι βρίσκεται εδώ και καιρό σε εκλογική ετοιμότητα.
Ο γενικός γραμματέας του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU) Κάρστεν Λίνεμαν δήλωσε σήμερα ότι η κυβέρνηση «πρέπει τώρα να αναλάβει τη μεγαλύτερη πολιτική ευθύνη και να τελειώσει το θέμα.
»Η Γερμανία χρειάζεται μια επανεκκίνηση και εκλογές το συντομότερο».
Ο γενικός γραμματέας της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης (CSU) Μάρτιν Χούμπερ ζήτησε μάλιστα από τον ομοσπονδιακό πρόεδρο Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ να παρέμβει «και να ξεκαθαρίσει σε αυτούς που καβγαδίζουν ότι είναι ώρα για εκλογές».