Όλο και περισσότεροι Τούρκοι καταφεύγουν στη Γερμανία, απελπισμένοι από τις συνθήκες που επικρατούν στην πατρίδα τους.
Όμως πολλές από τις αιτήσεις ασύλου απορρίπτονται.
«Να ζεις κάθε μέρα μέσα στον φόβο και την αβεβαιότητα, περιμένοντας ότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να έρθει η Αστυνομία, να σε σύρει στο αστυνομικό τμήμα και να σε βασανίσει […] Δεν αντέχαμε άλλο.
»Όταν πέθανε ο πατέρας μου, εγκαταλείψαμε τη χώρα».
Ο πρώην καθηγητής Αγγλικών B. K. είναι ήρεμος ενώ αφηγείται πώς ο ίδιος και η σύζυγός του γύρισαν την πλάτη στην Τοτρκία, την πατρίδα τους και στράφηκαν προς τα επικίνδυνα νερά του Αιγαίου.
Επτά εβδομάδες αργότερα έφτασαν στη Γερμανία. Έκτοτε, το ζευγάρι ζει σε σπίτια για πρόσφυγες.
Το ζευγάρι υπέβαλε προσφάτως αίτηση ασύλου και περιμένει την απόφαση.
Στην Τουρκία είχαν καταδικαστεί και οι δύο για συμμετοχή στο κίνημα του ισλαμιστή ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν, που χαρακτηρίζεται ως τρομοκρατική οργάνωση από τις τουρκικές Αρχές και θεωρείται πως ενορχήστρωσε την απόπειρα πραξικοπήματος το 2016.
Περισσότεροι από 23.000 Τούρκοι έχουν αιτηθεί άσυλο στη Γερμανία το 2023.
Σύμφωνα με την Υπηρεσία Μετανάστευσης και Προσφύγων (BAMF) πρόκειται για αύξηση 203%.
Στο συνολικό δείκτη των χωρών προέλευσης των αιτούντων άσυλο για το 2023, η Τουρκία βρίσκεται στην τρίτη θέση, μετά τη Συρία και το Αφγανιστάν.
Κατά τον Ιούλιο μάλιστα, οι Τούρκοι αιτούντες άσυλο έφτασαν τους 3.791, ξεπερνώντας τον αντίστοιχο αριθμό Αφγανών.
Για τους ειδικούς στα τουρκικά ζητήματα, η εξέλιξη αυτή δεν αποτελεί έκπληξη, ιδίως αφ’ ότου επανεξελέγη ο πρόεδρος Ερντογάν.
«Τουλάχιστον οι μισοί πολίτες, που δεν ψήφισαν τον Ερντογάν, είναι απογοητευμένοι», λέει ο Ντιντέρ Κέλογλου, δικηγόρος και μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Συμβουλίου Προσφύγων της Κάτω Σαξονίας.
Ο Κέλογλου παρατηρεί ότι εξαπλώνεται μια βαθιά θλιψη μεταξύ των υποστηρικτών της αντιπολίτευσης στη χώρα.
«Ούτε καν μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1980 δεν υπήρχε τόσο απαισιόδοξη διάθεση», λέει στην DW, τονίζοντας ακόμη πως η πολιτική κατάσταση εξακολουθεί να είναι πολύ τεταμένη και ότι οι διώξεις των αντιφρονούντων συνεχίζονται αμείωτες.
Ιδίως μετά την απόπειρα πραξικοπήματος το 2016, η τουρκική κυβέρνηση προβαίνει σε ακόμη πιο σκληρές κυρώσεις κατά των επικριτών της: χιλιάδες μέλη της αντιπολίτευσης βρίσκονται εδώ και χρόνια στη φυλακή ή έχουν χάσει τη δουλειά τους λόγω υποψιών για τρομοκρατική δράση.
Όποιος διεκδικεί μια θέση στη δημόσια διοίκηση ή και στο μεγαλύτερο μέρος του ιδιωτικού τομέα, χρειάζεται καλές επαφές με το κυβερνών κόμμα ή με θρησκευτικά ιδρύματα που πρόσκεινται σε αυτό.
Αντί για ελευθερία έκφρασης, πληθωρισμός και ανεργία
Σύμφωνα με τον Γιασάρ Αϊντίν, ερευνητή ζητημάτων σχετικά με τη μετανάστευση στο Γερμανικό Ινστιτούτο Διεθνών Υποθέσεων και Ασφαλείας (SWP), η οικονομική κρίση στην Τουρκία θα επιφέρει περαιτέρω στερήσεις και υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου, προτού τελικά αποτελέσει παρελθόν.
Λόγω αυτού, οι προοπτικές ιδίως των μορφωμένων πολιτών γίνονται όλο και πιο δυσοίωνες, με αποτέλεσμα πολλοί να κατευθύνονται προς τη Γερμανία.
Η οικονομική κατάσταση στην Τουρκία έχει επιδεινωθεί ραγδαία, ιδίως την τελευταία διετία.
Κυρίως εξαιτίας της πολιτικής χαμηλών επιτοκίων του προέδρου Ερντογάν, η αξία της λίρας διαρκώς μειώνεται, ενώ ο πληθωρισμός εκτοξεύεται, με αποτέλεσμα μεγάλα τμήματα του πληθυσμού να ζουν σε συνθήκες εξαθλίωσης.
Στις πρόσφατες εκλογές ο Ερντογάν υποσχέθηκε πως οι συνθήκες θα βελτιωθούν.
Με τον διορισμό εκπροσώπων του συμβατικού οικονομικού δόγματος στο Υπουργείο Οικονομικών και την Κεντρική Τράπεζα, ο πρόεδρος δρομολόγησε μία αλλαγή ρότας στη νομισματική πολιτική.
Έκτοτε, οι φόροι και το βασικό επιτόκιο αυξήθηκαν αρκετές φορές απότομα, γεγονός όμως που δεν προκάλεσε αισθητή υποχώρηση του πληθωρισμού.
Την άνοιξη του 2024 διεξάγονται στην Τουρκία δημοτικές εκλογές.
Έως τότε ο Ερντογάν επιδιώκει να θέσει υπό έλεγχο τον πληθωρισμό, προκειμένου να ανακτήσει από την αντιπολίτευση μητροπόλεις όπως η Κωνσταντινούπολη και η Άγκυρα.
Tριπλασιάστηκαν οι Τούρκοι αιτούντες άσυλο
Προφανώς δεν πιστεύουν πολλοί στη βελτίωση της οικονομικής και πολιτικής κατάστασης.
Με τρία εκατομμύρια πολίτες τουρκικής καταγωγής που έχουν δημιουργήσει δικά τους δίκτυα και δομές, η Γερμανία αποτελεί έναν ελκυστικό προορισμό για πολλούς Τούρκους.
Το 2021 αιτήθηκαν άσυλο 7.067 Τούρκοι πολίτες.
Μόλις ένα χρόνο αργότερα, ο αριθμός των αιτήσεων ασύλου είχε υπερτριπλασιαστεί, φθάνοντας τις 23.938.
Κατά το τρέχον έτος, οι αιτούντες ξεπέρασαν τις 23.000 ήδη από τα τέλη Ιουλίου.
Ο ερευνητής μετανάστευσης Γιασάρ Αϊντίν εκτιμά πως αυτός ο αριθμός δεν πρόκειται να μειωθεί κατά τα επόμενα χρόνια.
«Οι πολιτικές εξελίξεις και οι επικείμενες οικονομικές δυσκολίες υποδηλώνουν ότι η φυγή πολλών από την Τουρκία θα συνεχιστεί», προβλέπει ο ειδικός.
Το ποσοστό μειώνεται
Ταυτοχρόνως όμως, το ποσοστό των αιτήσεων ασύλου που γίνονται δεκτές, μειώνεται συνεχώς τα τελευταία χρόνια: από 27,8% το 2022, υποχώρησε φέτος στο 15%. Γιατί όμως συμβαίνει αυτό;
Όπως ενημερώνει η BAMF, κάθε διαδικασία χορήγησης ασύλου εξετάζεται ξεχωριστά και οι εξελίξεις στις χώρες καταγωγής των αιτούντων λαμβάνονται γενικώς υπόψιν.
Όμως, όπως επισημαίνει ο Κέλογλου από το Συμβούλιο Προσφύγων επικρίνοντας την BAMF, παρ’ ότι η κατάσταση στην Τουρκία δεν έχει βελτιωθεί, η Υπηρεσία έχει αλλάξει την εκτίμησή της για τη χώρα.
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι άνθρωποι συνήθιζαν να λαμβάνουν προστασία εάν διώκονταν πολιτικά ή απειλούνταν με φυλάκιση.
Ωστόσο εδώ και μερικά χρόνια, οι αρχές δέχονται αιτήσεις μόνο από άτομα που έχουν καταδικαστεί σε φυλάκιση, απορρίπτοντας τους αιτούντες άσυλου που καταζητούνται ή δεν έχουν καταδικαστεί τελεσιδίκως.
Ο Τούρκος καθηγητής Αγγλικών B.K., ο οποίος υπέβαλε αίτηση ασύλου με τη σύζυγό του τον Ιούνιο, δείχνει σίγουρος.
«Ελπίζουμε σε μια θετική απόφαση», λέει. Διαφορετικά δεν ξέρει πού θα πάνε.
«Το μόνο που μας μένει είναι η ελπίδα και το ότι έχουμε ο ένας τον άλλον».