Ο νόμος Κατρούγκαλου, με τον διαχωρισμό της σύνταξης σε «εθνική» και αναλογική, τοποθέτησε ένα «παγόβουνο» στην ρότα του ασφαλιστικού Τιτανικού.
Το «παγόβουνο» επιβεβαιώθηκε με το «ρεκτιφιέ» Βρούτση παράγοντας ήδη αρνητικά αποτελέσματα.
Από το 2010 έως το 2012 με καταιγιστικές παρεμβάσεις στο ασφαλιστικό υπήρξε η απόλυτη ανατροπή των συνταξιοδοτικών δεδομένων.
Ένα συγκεκριμένο παράδειγμα ασφαλισμένου που συνταξιοδοτήθηκε τον Δεκέμβριο του 2009 –πτυχιούχος με 39 χρόνια και 2 μήνες υπηρεσίας- είναι χαρακτηριστικό.
Το ποσό της σύνταξης (προ φόρου και κρατήσεων υγειονομικής περίθαλψης) ήταν 1676,17€.
Οι μνημονιακές περικοπές των νόμων 3863/10 και 3865/10(49,24€), 4024/11(78,19€), 4051/12(25,62€) και 4093/12(145,49€) «ελάφρυναν» την μηνιαία σύνταξη κατά 298,74€.
Η απώλεια εισοδήματος σε ετήσια βάση -υπολογίζοντας και την κατάργηση της 13ης και 14ης σύνταξης- ανήλθε σε 6.937,22€.
Με τον νόμο Κατρούγκαλου προστέθηκε επιπλέον απώλεια 2.701,44€ η οποία περιορίστηκε στα 1.185,36€ με το «ρεκτιφιέ» Βρούτση.
Οι τελευταίες περικοπές παρέμειναν παγωμένες αλλά θα συνυπολογιστούν στις μελλοντικές αυξήσεις των συντάξεων.
Όμως, όπως ήδη αναφέρθηκε, ο διαχωρισμός της σύνταξης σε «εθνική» και «αναλογική» θα οδηγήσει το ασφαλιστικό σύστημα σε νέο ναυάγιο.
Ο καθορισμός της «εθνικής» σύνταξης (384€ προς το παρόν) δημιουργεί αδικίες ανατρέποντας την αναλογικότητα των συντάξεων και δημιουργώντας κίνητρα αποφυγής της ασφάλισης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι συντάξεις, για δύο ασφαλισμένους με 15 και 30 χρόνια ασφάλισης αντίστοιχα και με κοινές συντάξιμες αποδοχές(1000€), αντί να είναι 1 προς 2 διαμορφώνονται στο 1 προς 1,3.
Για συντάξιμες αποδοχές 1000€ ο ένας θα έχει σύνταξη 499,50€ και ο άλλος 647,70€ (προ φόρου και υγειονομικής εισφοράς).
Ακόμα όμως και αν οι συντάξιμες αποδοχές του δεύτερου ήταν διπλάσιες του πρώτου (2000€) η σύνταξή του θα είναι 911,40€, υπολειπόμενη της αναλογίας 1 προς 2 που και μόνη η διαφορά των χρόνων ασφάλισης θα επέβαλε.
Αν βέβαια συνυπολογιστούν οι φόροι και οι εισφορές -που θα πληρώνει για τα επιπλέον χρόνια ασφάλισης και για τις διπλάσιες απολαβές- τότε η αδικία απογειώνεται.
Το κύριο πρωτοσέλιδο της Ναυτεμπορικής «Οι ελεύθεροι επαγγελματίες δεν… θέλουν σύνταξη» (12/1/2023) δείχνει το πρόβλημα.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα οι 8 στους 10 από τους 1.300.000 ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους επιλέγουν την 1η ασφαλιστική κατηγορία (λόγω χαμηλών εισφορών) από την οποία «προκύπτει σύνταξη που δεν υπερβαίνει τα 435€ μικτές αποδοχές με 15 έτη ασφάλισης και τα 771€ με 40 έτη».
Με δεδομένο ότι το κίνητρο της «αξιοπρεπούς σύνταξης» έχει πληγεί βάναυσα και η αξιοπιστία των πολιτικών και της Πολιτείας έχει πέσει πολύ κάτω από την βάση είναι μάλλον αμφίβολο αν, πέραν της –ούτως ή άλλως προβληματικής- υγειονομικής περίθαλψης, θα αποφάσιζε κάποιος να ασφαλιστεί έστω και για μία ημέρα πέραν αυτών που εξασφαλίζουν το συνταξιοδοτικό δικαίωμα.
Άλλωστε η λαθραία απασχόληση εκτός από την αποφυγή φόρων και εισφορών εξασφαλίζει, επιπλέον, πρόσβαση στα διάφορα «κοινωνικά» βοηθήματα που η προεκλογική ελαστικότητα και η ανεπάρκεια των ελεγκτικών μηχανισμών προσφέρουν όχι μόνο στους αδύναμους αλλά και στους «ξύπνιους».
Η «εθνική σύνταξη» είναι παροχή που προσφέρεται δίχως κοινωνικά κριτήρια.
Δεν εξαρτάται από την περιουσιακή κατάσταση ή άλλα εισοδήματα του «δικαιούχου».
Ως εκ τούτου εκλαμβάνεται ως «δικαίωμα» και όχι ως κοινωνικό βοήθημα αποθρασύνοντας αυτούς που συστηματικά εκμεταλλεύονται τις «τρύπες» του συστήματος.
Όσο παγιώνεται το σύστημα της «διπολικής» σύνταξης τόσο πιο δύσκολη θα γίνεται η ανατροπή του.
Όπως και σε μια σειρά άλλα στρεβλά «κεκτημένα» το πολιτικό σύστημα θα παραμένει παθητικό και δέσμιο του πολιτικού κόστους.
Εκτός εάν, απευκταία, προκύψει κάποια άλλη «ανώτερη δύναμη» όπως εκείνη που οδήγησε πολυπράγμωνα πολιτικό γυρολόγο να δηλώσει για τα μνημόνια ότι: «αν δεν μας τα είχαν επιβάλλει έπρεπε να τα εφεύρουμε».
Το μέλλον των συντάξεων γίνεται ακόμα πιο δυσοίωνο εξ αιτίας της πασίδηλης πολιτικής εύνοιας προς τον ιδιωτικό ασφαλιστικό τομέα.
Η αποδόμηση του Δημόσιου Ασφαλιστικού συστήματος ωθεί προς τις ιδιωτικές εταιρείες ασφάλισης.
Η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, η επιλογή των κατώτερων ασφαλιστικών βαθμίδων από τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους αυτοαπασχολούμενους, η μη ελκυστικότητα της ανταποδοτικής σύνταξης και συνεπώς η αποφυγή της ασφάλισης θα μειώνει συνεχώς τα έσοδα του ΕΦΚΑ.
Η επανάληψη, ως άλλοθι, του επιχειρήματος της μεγάλης δαπάνης για την ενίσχυση του ασφαλιστικού, προκειμένου να μειωθούν περαιτέρω οι συντάξεις ήδη προετοιμάζεται.