H εκτόξευση στα ύψη των τιμών ενέργειας και βασικών πρώτων υλών φέρνει τους Γερμανούς αρτοποιούς στα όριά τους. Ζητούν μεγαλύτερη στήριξη από το κράτος και βγαίνουν στους δρόμους.
8.00 το πρωί σε έναν συνοικιακό φούρνο στο νότιο Βερολίνο, στην περιοχή Τέμπελχοφ-Σένεμπεργκ.
Η ουρά για ένα ζεστό ψωμάκι, μπρέτσελ ή για το ημερήσιο καρβέλι είναι μεγάλη, ως συνήθως.
Όταν όμως οι πελάτες φτάνουν στο ταμείο, κυρίως συνταξιούχοι, νέοι γονείς και φοιτητές, βλέπουν τη διαφορά στις τιμές και κοντοστέκονται.
«Όλα έχουν ακριβύνει εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης. Και το ψωμί.
»Δεν μπορώ κάθε μέρα να αντεπεξέλθω αλλά από την άλλη πλευρά εγώ προσωπικά δεν μπορώ να αλλάξω την κατάσταση» αναφέρει στο ελληνικό πρόγραμμα της DW Γερμανός συνταξιούχος και συνεχίζει:
«Πιστεύω ότι κάποιες φορές οι τιμές αυξάνονται και τεχνητά.
»Ακούμε διαρκώς ότι υπάρχει κρίση, αλλά κάποιοι το χρησιμοποιούν ως δικαιολογία».
Το κλασικό, προσφιλές ψωμάκι (Brötchen) των Γερμανών συνήθως κοστίζει από 30 μέχρι 40 λεπτά.
Κάποιοι φούρνοι, κυρίως οικογενειακές επιχειρήσεις, έχουν ήδη αναγκαστεί να αυξήσουν την τιμή του εξαιτίας του αυξημένου κόστους ενέργειας αλλά και εξαιτίας τη αύξησης στις τιμές των πρώτων υλών.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Γερμανικής Στατιστικής Υπηρεσίας για τον Αύγουστο, η τιμή στο αλεύρι και το ψωμί καταγράφει αύξηση γύρω στο 17%, το βούτυρο και το λάδι στο 45%.
Ο πληθωρισμός στη Γερμανία έχει σκαρφαλώσει στο 8% και οικονομολόγοι προειδοποιούν για πληθωρισμό γύρω στο 11% στις αρχές του 2023.
Σε αυτό το πλαίσιο, ρεπορτάζ της δημόσιας τηλεόρασης ZDF υπολογίζει ότι σε περίπτωση συνέχισης των εκρηκτικών ανατιμήσεων ένα ψωμάκι θα μπορούσε να κοστίζει στο μέλλον 1 ευρώ κι ένα μεγάλο καρβέλι 8 έως 10 ευρώ.
Ένα υποθετικό, εφιαλτικό σενάριο που παίρνει ως παράδειγμα την ακραία περίπτωση δεκαπλασιασού του ενεργειακού κόστους για τις επιχειρήσεις του κλάδου, κάτι βέβαια που όλοι απεύχονται.
Και μόνο όμως οι δυσοίωνες εκτιμήσεις αρτοποιών, είναι ενδεικτικές της ανησυχίας που επικρατεί στον κλάδο τους.
Μεγαλύτερο πλήγμα για τους μικρούς, οικογενειακούς φούρνους
Επιστροφή σε έναν φούρνο μεγάλης αλυσίδας σούπερ-μάρκετ στην ίδια περιοχή, σε ώρα αιχμής.
Η αρτοποιός ξεφουρνίζει ασταμάτητα αρτοποιήματα κάθε είδους.
Ο κλάδος στη Γερμανία έχει παράδοση αιώνων, η εκπαίδευση των επίδοξων αρτοποιών είναι σκληρή και οι απαιτήσεις των Γερμανών καταναλωτών υψηλές.
«Οι πελάτες μας αγοράζουν πλέον περισσότερο προσφορές.
»Δεν αγοράζουν ενστικτωδώς, αλλά με μεγαλύτερη προσοχή και στοχευμένα, εστιάζοντας στην ποιότητα και στις τιμές.
»Δεν αγοράζουν πια μεγάλες ποσότητες, αλλά όσο χρειάζονται» μας λέει σε ένα σύντομο διάλειμμά της.
Η ίδια εκτιμά ότι σε περίπτωση που όντως τελεσφορήσουν τα μέτρα παρέμβασης της γερμανικής κυβέρνησης για την αναχαίτιση του πληθωρισμού και την ελάφρυνση των πολιτών, τα πράγματα μπορεί να ηρεμήσουν.
«Νομίζω ότι οι τιμές μπορούν να σταθεροποιηθούν στο μέλλον, εκτός εάν οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος αυξηθούν σε ακραίο βαθμό.
»Εμείς είμαστε μια μεγάλη εταιρεία βέβαια και η κατάσταση δεν μας επηρεάζει τόσο ριζικά, σε αντίθεση με τα μικρά αρτοποιία».
Σήμα κινδύνου από τον κλάδο των Γερμανών αρτοποιών
Γεγονός είναι ότι τα αρτοποιία, είτε πρόκειται για μικρομεσαίες οικογενειακές επιχειρήσεις, είτε για αλυσίδες, είναι ενεργοβόρες επιχειρήσεις, διότι βασίζονται στην κατανάλωση μεγάλης ποσότητας ηλεκτρικού ρεύματος για την παρασκευή του επιούσιου άρτου.
Όπως ανέφερε στο ZDF ο Ντάνιελ Σνάιντερ, εκπρόσωπος της Ένωσης Γερμανών Αρτοποιών, εάν δεν παρέμβει άμεσα η πολιτική, πολλές εταιρείες του κλάδου θα αναγκαστούν να κλείσουν εξαιτίας του υπέρογκου κόστους ενέργειας.
Χιλιάδες αρτοποιοί πάντως βγήκαν ήδη την Τετάρτη στους δρόμους του Ανοβέρου για να διαδηλώσουν για την δυσχερή κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει ο κλάδος τους εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης, ζητώντας περαιτέρω στήριξη από το κρατίδιο της Κάτω Σαξονίας και από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση.
Το σύνθημά τους ήταν ένα και ηχηρό: «Σώστε τους αρτοποιούς!».
Σύμφωνα με την ιστοσελίδα t-online, μόνο στη βόρεια Γερμανία, από όπου ξεκίνησαν οι κινητοποιήσεις αρτοποιών, υπάρχουν 800 μονάδες παρασκευής ψωμιού, οι οποίες τροφοδοτούν καθημερινά χιλιάδες σημεία πώλησης, από την Κάτω Σαξονία και το Σλέσβιχ-Xολστάιν μέχρι το Μεκλεμβούργο-Πομερανία.