Απορρίφθηκε για λόγους δημοσίου συμφέροντος αίτηση εργαζομένης στις Ένοπλες Δυνάμεις, στην οποία είχε απαγορευτεί η είσοδος στο χώρο εργασίας της επειδή είχε αρνηθεί να υποβληθεί σε αυτοδιαγνωστικό έλεγχο για τον κορωνοϊό.
Οι Σύμβουλοι της Επικρατείας έκριναν ότι όχι μόνο είναι συνταγματική η υποχρεωτική δοκιμασία σελφ τεστ στον Δημόσιο Τομέα, όπως και η ηλεκτρονική εγγραφή του, αλλά δεν παραβιάζει ούτε τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα υγείας.
Στην προσφυγή της η δημόσια πολιτική υπάλληλος του υπουργείου Εθνικής Άμυνας ζητούσε να ακυρωθεί ως αντισυνταγματική και παράνομη η σχετική ΚΥΑ για την υποχρεωτική δοκιμασία αυτοδιαγνωστικού ελέγχου μία φορά την εβδομάδα, χωρίς προηγουμένως να έχει ερωτηθεί αν συναινεί σε αυτό, με αποτέλεσμα να υπόκεινται σε επεξεργασία τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα υγείας της.
Το Δ’ Τμήμα του ΣτΕ απέρριψε ως αβάσιμους τους ισχυρισμούς της υπαλλήλου, κρίνοντας ότι «η υποχρέωση υποβολής σε διαγνωστικό έλεγχο και σε μη νοσούντες, ως προϋπόθεση για την προσέλευση και παροχή της εργασίας, αποτελεί νόμιμο περιορισμό του δικαιώματος συναίνεσης σε ιατρικά θέματα, δεδομένου ότι τίθεται για την προστασία της δημόσιας υγείας ως κοινωνικό αγαθό, αλλά και ατομικώς της ζωής και υγείας όλων από τη διασπορά του COVID-19 και συνιστά αποτελεσματικό και αναγκαίο μέτρο, κατά την επιστημονική τεκμηριωμένη κρίση του νομοθέτη».
Παράλληλα, το ΣτΕ έκρινε, ότι «το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν είναι απόλυτο δικαίωμα, αλλά εκτιμάται σε σχέση με τη λειτουργία του στην κοινωνία, σταθμιζόμενο με άλλα θεμελιώδη δικαιώματα και κοινωνικά αγαθά, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας» προσθέτοντας ότι:
«Η συγκατάθεση δεν αποτελεί τη μοναδική βάση για τη νομιμότητα της επεξεργασίας (σ.σ.: των προσωπικών δεδομένων).
»Αντίθετα τα προσωπικά δεδομένα μπορούν να τύχουν νόμιμης επεξεργασίας και χωρίς τη συγκατάθεση του υποκειμένου, όταν τούτο είναι απαραίτητο για σκοπό δημοσίου συμφέροντος στον τομέα της δημόσιας υγείας».