Είναι αλήθεια ότι η φράση του Αποστόλου Παύλου «ο αποθανών δεδικαίωται από της αμαρτίας» όχι μόνο έχει παρερμηνευθεί στο πλαίσιο της θρησκείας, αλλά και στην κοινωνική και δημόσια ζωή έχει δημιουργήσει αναστολές στο δικαίωμα της κριτικής των πράξεων και των απόψεων των αποβιωσάντων.
Δεν γνωρίζω αν είναι αυτός ο λόγος για τον οποίο ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης έθεσε ως όρο οι συνεντεύξεις/απολογισμός στον Α. Παπαχελά να δημοσιοποιηθούν μετά την αποδήμησή του στον άλλο κόσμο.
Όμως σε κάθε περίπτωση από την στιγμή που επέλεξε για τον εαυτό του το «προνόμιο» να χαρακτηρίσει άλλους –αδιαφορώντας γι’ αυτήν την αναστολή- είναι φυσικό παρεπόμενο να δέχεται και τις αναδραστικές απαντήσεις στις «βολές» του.
Ανάμεσα σε άλλα «αστεία» που ισχυρίζεται για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή τα πιο φαιδρά είναι τα ακόλουθα:
«Ήρθε στην εξουσία ο Καραμανλής με εύνοια, και αυτό το προπατορικό αμάρτημα τον συνόδευε μέχρι τέλους […] Ο Καραμανλής ήταν κακομαθημένος, γιατί δεν ξεκίνησε από τη βάση, δεν πέρασε δια πυρός και σίδηρου όπως περάσαμε όλοι οι υπόλοιποι».
Ας ανατρέξουμε, επί τροχάδην, την πολιτική ανέλιξη των δύο ανδρών για να δούμε ποιος πέρασε «δια πυρός και σιδήρου» ποίος ήταν ο «ευνοημένος» και ποίος ο «κακομαθημένος».
Ο Καραμανλής γεννήθηκε το 1907 στην Τουρκοκρατούμενη –έως τους Βαλκανικούς Πολέμους 1912/13- Πρώτη Σερρών.
Πρωτότοκος του Γ. Καραμανλή (Δημοδιδάσκαλου, καλλιεργητή, καπνέμπορου) ο οποίος πολέμησε στον Μακεδονικό αγώνα.
Σε ηλικία εξελέγη 28 ετών το 1935 και επανεξελέγη το 1936 αλλά η Δικτατορία της 4ης Αυγούστου και η κατοχή διέκοψαν την λειτουργία της Δημοκρατίας.
Επανεξελέγη μετά τον πόλεμο σε όλες τις εκλογές (1946, 1950, 1951, 1952) αναλαμβάνοντας πλειάδα υπουργείων στα οποία ανεδείχθη η ηγετική του προσωπικότητα.
Το 1955 -μετά τον θάνατο του Παπάγου- του ανατέθηκε από τον Παύλο η εντολή σχηματισμού κυβέρνησης.
Τρείς ημέρες μετά την εντολή η κυβέρνηση που σχημάτισε πήρε πανηγυρικά ψήφο εμπιστοσύνης από την Βουλή.
Σε αυτήν ανάθεση αναφέρεται ο Μητσοτάκης όταν μιλάει για «εύνοια».
Στο σημείο αυτό πρέπει να τοποθετηθούν τα πράγματα στην σωστή τους βάση ιστορικά.
Κατ’ αρχήν τα κόμματα εκείνη την εποχή –ιδιαίτερα ο ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΣ- ήταν προσωποπαγείς σχηματισμοί μη έχοντες ουδεμία σχέση με δημοκρατικές διαδικασίες και δημοκρατική οργάνωση.
Ο Παπάγος είχε ορίσει ως αντιπροέδρους της κυβέρνησης του τους Στεφανόπουλο και Κανελλόπουλο και αυτό είχε δημιουργήσει την κοινή αίσθηση ότι ένας εξ αυτών θα ήταν ο διάδοχός του.
Όμως, και τότε αλλά και τώρα, πολύ συχνά οι κυβερνητικές θέσεις είναι αποτέλεσμα συσχετισμών και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκλαμβάνονται ως απόλυτες αξιολογήσεις.
Πέραν του γεγονότος ότι το Παλάτι δικαιώθηκε περίτρανα, από τις μετέπειτα εξελίξεις για την επιλογή του, εκείνο που σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας είναι ότι η εντολή είχε την δεδηλωμένη (ο Συναγερμός είχε πλειοψηφία) και η κυβέρνηση που σχημάτισε πήρε πανηγυρικά ψήφο εμπιστοσύνης.
Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης ο Ελευθέριος Βενιζέλος ανέλαβε σύμβουλος των κινηματιών μετά το κίνημα/πραξικόπημα του 1909(ΓΟΥΔΙ).
Στις εκλογές ένα χρόνο μετά(8/8/1910) ο συνασπισμός των παλαιών κομμάτων έλαβε 210 έδρες και το κόμμα του Βενιζέλου 45.
Στις 6/10ου ο Βασιλιάς διόρισε πρωθυπουργό τον Βενιζέλο απομακρύνοντας την συντριπτική κοινοβουλευτική πλειοψηφία και τον πρωθυπουργό (Δραγούμης).
Στις 28/11ου η υπό τον Βενιζέλο κυβέρνηση «διεξήγαγε εκλογές» από τις οποίες απείχαν (τι νόημα θα είχε πλέον η συμμετοχή τους;) τα άλλα κόμματα. Όπως ήταν αναμενόμενο ο Βενιζέλος «θριάμβευσε».
Για να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις δεν αμφισβητείται σε καμία περίπτωση το πολιτικό μέγεθος του Βενιζέλου.
Η ιστορική αναδρομή έχει ως μοναδικό στόχο να αναδείξει το θέμα της «εύνοιας».
Ας έρθουμε τώρα στο «δια πυρός και σιδήρου» που υποτίθεται ότι πέρασαν οι υπόλοιποι και ιδιαίτερα ο ίδιος ο Μητσοτάκης.
Γεννήθηκε το 1918 στην ελεύθερη Κρήτη. Ο παππούς του Κωνσταντίνος –σύζυγος της αδελφής του Βενιζέλου- ήταν ιδρυτής κόμματος το οποίο στην συνέχεια έγινε το κόμμα των Φιλελευθέρων.
Οι δύο γιοί του (Κυριάκος και Αριστομένης) υπήρξαν βουλευτές και διετέλεσαν Υπουργοί.
Ο Μητσοτάκης εκλέγεται βουλευτής σε ηλικία 28 ετών με το κόμμα των Φιλελευθέρων (1946).
Αναλαμβάνει για πρώτη φορά χαρτοφυλάκιο (1951) στην κυβέρνηση του θείου του Σοφοκλή Βενιζέλου.
Από το 1952 αρχίζει να φέρεται ως διεκδικητής της ηγεσίας του κόμματος των Φιλελευθέρων (wikipedia) ενώ το 1959 επιλέγεται από την πρεσβεία των ΗΠΑ και καλείται στην Αμερική όπου «πραγματοποιεί επαφές και επισκέψεις, παρακολουθεί σεμινάρια ώστε να αποτελέσει μέρος δικτύου προσώπων – προπαγανδιστών των ΗΠΑ στην Ελλάδα» (wikipedia).
Από το 1961 πρωταγωνιστεί στον «ανένδοτο», την μάχη για την ανατροπή του Καραμανλή.
Με την συνεργασία των Ανακτόρων το εγχείρημα στέφεται με επιτυχία.
Εδώ έχουμε μια δεύτερη ευκαιρία να δούμε την πραγματική έννοια της «εύνοιας».
Μετά τις εκλογές του 1963 η ΕΚ είναι πρώτο κόμμα αλλά δεν έχει την δεδηλωμένη.
Παρά το γεγονός αυτό και παραβιάζοντας το Σύνταγμα τα Ανάκτορα ορκίζουν κυβέρνηση –ο Μητσοτάκης Υπουργός Οικονομικών- η οποία επιδίδεται σε ένα όργιο παροχών.
Μετά από 40 ημέρες διακυβέρνησης -δίχως να έχει λάβει ψήφο εμπιστοσύνης- η κυβέρνηση Παπανδρέου παραιτείται και διεξάγονται νέες εκλογές.
Ως απόρροια των εκλογών αυτών ανετράπησαν τα σχέδια Μητσοτάκη αφού ενέκυψε ως «αερόλιθος» (σύμφωνα με τον χαρακτηρισμό του ιδίου) ο Ανδρέας Παπανδρέου αφαιρώντας τα «πρωτοτόκια» -που μέχρι τότε τα θεωρούσε δεδομένα- της διαδοχής (αφού ο Γεώργιος Παπανδρέου ήταν ήδη 76 ετών).
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στον σύντομο βίο αυτής της διακυβέρνησης –στην ανατροπή της οποίας πρωταγωνίστησε- πρόλαβε να υπερψηφίσει την παραπομπή Καραμανλή στο Ειδικό Δικαστήριο πρόταση που δεν ψήφισε ο Ανδρέας.
Επίσης καταγγέλλει, μεταξύ των άλλων, τον Ανδρέα ότι δεν ψήφισε στις εκλογές του 63 στις οποίες «κρίθηκε η τύχη της Ελλάδος».
Πράγματι καθορίστηκε η τύχη της χώρας αλλά θα έπρεπε να κάνει αυτοκριτική γι’ αυτό και να ζητάει συγνώμη αντί να το θυμίζει.
Δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι με συνέπεια, τόσο τα Ανάκτορα όσο και οι Άγγλο-Αμερικάνοι, από τον θάνατο Μεταξά και ύστερα, ευνοούσαν την άνοδο των επιγόνων του Βενιζέλου στην εξουσία.
Ασφαλώς όχι από αγάπη αλλά για να διασφαλίσουν τα νώτα τους και τα συμφέροντά τους.
Οι συντηρητικοί εθεωρούντο δεδομένοι. Κορυφαίο παράδειγμα προς αυτήν την κατεύθυνση ήταν ο διορισμός του Σ. Βενιζέλου στην αρχή και αμέσως μετά του Γ. Παπανδρέου ως πρωθυπουργών της απελευθέρωσης.
Ο Μητσοτάκης ήταν ακόμα μικρός! Στη συνέχεια ο εξαναγκασμός του Τσαλδάρη σε παραίτηση για να ηγηθεί του αγώνα κατά του ΚΚΕ και του ΕΛΑΣ ο Σοφούλης. Αυτά περί της «εύνοιας».
Χαρακτηρίζει τέλος «κακομαθημένο» τον Καραμανλή, δηλαδή τον άνθρωπο που ανασύροντας τον από τα «αζήτητα» του έδωσε την δυνατότητα να αναγεννηθεί πολιτικά αυτός και η οικογένεια του.
Μας δίνει έτσι την ευκαιρία να θυμηθούμε τον κατά τον Θερβάντες άρρηκτο δεσμό μεταξύ κακοήθειας και αγνωμοσύνης.