«Η Δημοκρατία υπονομεύεται με την ατμόσφαιρα που δημιουργείται στον δημόσιο χώρο, με ύβρεις, συκοφαντίες και εκβιασμούς» ανέφερε ο πρώην υπουργός, επικεφαλής της πολιτικής κίνησης «Πράττω» Νίκος Κοτζιάς, σε δήλωσή του.
Όπως είπε, κακώς ο κ. Κατρούγκαλος πήρε την πρωτοβουλία να δώσει στον «εθνικό συκοφάντη» τη δυνατότητα να μεταφέρει την υπονόμευση στο ναό της Δημοκρατίας, με αποτέλεσμα, η Βουλή να μετατρέπεται σε χώρο δικαστηρίου, «χωρίς εγώ να έχω το δικαίωμα υπεράσπισης του εαυτού μου» είπε ο κ. Κοτζιάς, προσθέτοντας πως τα όσα κατέθεσε ο Π. Καμμένος, ο «εθνικός συκοφάντης» όπως τον αποκαλεί, είναι «μάλλον προϊόν παράνομης υποκλοπής» και αφορούν συνομιλίες ανάμεσα σε παλιούς συκοφάντες.
«Σήμερα παρακολουθήσαμε μία βρώμικη συζήτηση στη Βουλή, που σύμφωνα με την απόφαση της Διοικητικής Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, την υπ. αριθμ. 9 του 1998, δεν θα έπρεπε να γίνει, γιατί όπως λέει η απόφαση, ζητήματα που βρίσκονται σε δικαστική διαδικασία ή διερευνώνται από τον εισαγγελέα, δεν μπορούν να συζητηθούν στη Βουλή» είπε ο κ. Κοτζιάς, συμπληρώνοντας πως, «επιπλέον, η συζήτηση αντίκειται σε επτά αποφάσεις του ΣτΕ και δύο του Ελεγκτικού συνεδρίου, και μάλιστα για μία συμφωνία που έχει λάβει γραπτή έγκριση του τότε γενικού γραμματέα του υπουργικού συμβουλίου και σήμερα υπουργού Δικαιοσύνης».
Συνεχίζοντας, ο πρώην υπουργός είπε ότι περιμένει τον Πρόεδρο της Βουλής, «να παραπέμψει τους υβριστές για πειθαρχικό έλεγχο στη Βουλή».
Ο κ. Κοτζιάς απέδωσε τις κινήσεις του Π. Καμμένου, στην προεκλογική καμπάνια που προσβλέπει να κάνει δια της δυσφήμισης συνεπικουρούμενος από «την επιπολαιότητα της κυβέρνησης».
Φαίνεται ότι αυτό εξυπηρετεί εκείνους που επιδιώκουν, άλλοι να έχουν τη δόξα και άλλοι την ύβρη, συνέχισε ο κ. Κοτζιάς και πρόσθεσε ότι προκαλεί εντύπωση ότι «σφαίρες, χώματα με αίματα και αίμα, έχουν σταλεί μόνο σε μένα, λες και είμαι ο αποκλειστικός τροφοδότης και διαπραγματευτής της Συμφωνίας των Πρεσπών και ακόμα και σήμερα, ο εθνικός συκοφάντης υβρίζει μόνο εμένα».
Υπενθύμισε δε, ότι είχε συμφωνήσει (σ.σ. ο Π. Καμμένος) με το άνοιγμα των διαπραγματεύσεων για τη Συμφωνία των Πρεσπών και «τώρα για προεκλογικούς λόγους και επειδή εξυπηρετεί ίσως και τρίτους, θέλει να εμφανίζει τον εαυτό του ως δήθεν μακεδονομάχο».
«Καλώ τον εθνικό συκοφάντη» συνέχισε, «να δεχθεί και τη Βουλή να χορηγήσει, άδεια άσκησης ποινικής διώξεως, σύμφωνα με τα άρθρα, 61 παρ. 2, 62 παρ.1 του Συντάγματος, και να αφηγηθεί και εκείνος και να οδηγηθεί η υπόθεση εκεί που πρέπει, στην αίθουσα του δικαστηρίου.
»Εκεί ας αποδείξει, που δεν μπορεί, όλες τις συκοφαντίες που κάθε δεύτερη μέρα, όπως πράττει κάθε ένοχος, τις τροποποιεί» τόνισε.
Ο κ. Κοτζιάς αναφέρθηκε σε συνεχείς αντιφάσεις του πρώην υπουργού Άμυνας σχετικά με τα χρήματα για τα οποία κατηγορεί ότι έλαβε ο πρώην υπουργός Εξωτερικών, και υπογράμμισε:
«Λέω κάτι απλό στον εθνικό συκοφάντη: ας έρθει στο δικαστήριο κι ας αφήσει τις κλάψες για μη άρση του ασύλου, όπως έκανε χθες», προσθέτοντας πως στο δικαστήριο λύνονται οι υποθέσεις και όχι με μονολόγους στη Βουλή, ενώ τόνισε ότι «εκεί θα αποδειχθεί και το ελατήριό του και το ίδιον όφελος και η εξυπηρέτηση τρίτων».
Επίσης, ο κ. Κοτζιάς ανέφερε, ότι ο «εθνικός συκοφάντης» παρουσιάζει μία σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας που φέρνει λεφτά στο δημόσιο και δεν δίνει σε κανένα τρίτο ούτε σεντς, ως κλοπή, γιατί «δεν έχει καταλάβει, ότι τα ποσά που επικαλείται δεν ορίστηκαν από εμένα, αλλά από τα δικαστήρια και τις αποφάσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου και του Συμβουλίου της Επικρατείας, προκειμένου να προσδιοριστεί το ύψος της απαιτούμενης εγγυητικής επιστολής της εταιρείας που σύναψε τη σύμβαση».
Καταλήγοντας, ο κ. Κοτζιάς είπε ότι ο κ. Καμμένος τον καλούσε με την «παρέα του» να μην εφαρμόσει τις αποφάσεις του ΣτΕ, «δηλαδή με καλούσαν να παρανομήσω. Δεν το έκανα και έχουν ανοίξει αυτό το κυνήγι» είπε.
Τέλος, ο κ. Κοτζιάς υπερασπίστηκε τις αξίες και τις αρχές με τις οποίες, όπως είπε, μπήκε στην Αριστερά, τόνισε ότι αποποιήθηκε της περιουσίας της οικογενείας του, αλλά «αυτό αδυνατεί να το καταλάβει ο εθνικός συκοφάντης.
»Του είναι αδιανόητη η ύπαρξη έντιμων ανθρώπων, που δεν υποκύπτουν σε απειλές».