Ξεπερνά τα 500 εκατ. ευρώ ο συνολικός προϋπολογισμός των 17 επενδυτικών σχεδίων και έργων υποδομής, που εξετάζει αυτήν τη στιγμή προς χρηματοδότηση στην Ελλάδα η διακρατική Τράπεζα Εμπορίου και Ανάπτυξης Ευξείνου Πόντου («Παρευξείνια») με έδρα τη Θεσσαλονίκη, όπως αποκαλύπτει σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο νέος πρόεδρός της, ο Ρώσος οικονομολόγος Ντμίτρι Πάνκιν (Dmitry Pankin).
Παρότι τα 17 πρότζεκτ δεν έχουν ακόμη εγκριθεί και παραμένει άγνωστο πόσα από αυτά θα λάβουν τελικά το «πράσινο φως», τουλάχιστον πέντε φαίνεται πως βρίσκονται σε πιο προχωρημένο στάδιο:
Πρόκειται για τα έργα της συντήρησης και επέκτασης της Εγνατίας Οδού, της αποκατάστασης της ιστορικής Αγοράς Μοδιάνο στη Θεσσαλονίκη (σ.σ. το 43,6% της οποίας πέρασε πέρυσι στην One Outlet Α.Ε του ομίλου εταιρειών Φάις με 65% και της Notos Com με 35%, στο πλαίσιο διαγωνιστικής διαδικασίας του ΤΑΙΠΕΔ), της αναβάθμισης του αεροδρομίου του Ηρακλείου, της δημιουργίας οδικής σήραγγας στην περιοχή της Αττικής και της επένδυσης που δρομολογεί πετρελαϊκή εταιρεία.
Τα πρότζεκτ αυτά «ταιριάζουν γάντι» και στον γενικότερο στόχο που θέτει ο νέος πρόεδρος της Τράπεζας για την ενίσχυση του αναπτυξιακού χαρακτήρα της, μέσω της χρηματοδότησης περισσότερων έργων υποδομής στην τετραετία μέχρι το 2022.
Στην πρώτη του συνέντευξη σε ελληνικό μέσο μαζικής ενημέρωσης, ο κ. Πάνκιν, ο οποίος ανέλαβε τα καθήκοντά του στις 16 Ιουλίου, επισημαίνει ακόμη ότι, παρότι η μεσοπρόθεσμη στρατηγική της Τράπεζας για την περίοδο έως το 2022 δεν έχει ακόμη οριστικοποιηθεί κι εγκριθεί (σ.σ.: Αυτό θα γίνει τον Σεπτέμβριο ή τον Οκτώβριο), ωστόσο η εκτίμησή του είναι ότι η Παρευξείνια θα συνεχίσει να επιχειρεί την αύξηση της έκθεσής της στην Ελλάδα, με ρυθμό αντίστοιχο εκείνου του επιχειρησιακού της χαρτοφυλακίου (σ.σ.: Οι χρηματοδοτήσεις της Τράπεζας προς την Ελλάδα έφτασαν συνολικά στα 524,8 εκατ. ευρώ, με τον ρυθμό ανάπτυξής τους την τελευταία τετραετία να σημειώνει εντυπωσιακή αύξηση σε σχέση με τα προηγούμενα 15 έτη: Από ιδρύσεώς της εν έτει 1999 μέχρι τον Ιούλιο του 2014, οι χρηματοδοτήσεις προς ελληνικές επιχειρήσεις και τον δημόσιο τομέα δεν είχαν ξεπεράσει τα 252,3 εκατ. ευρώ).
Ο κ. Πάνκιν επισημαίνει ακόμη στο Αθηναϊκό/ Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ότι η διοίκηση της Τράπεζας αντιμετωπίζει πολύ θετικά τις αναπτυξιακές εξελίξεις στην Ελλάδα και διατυπώνει την εκτίμηση ότι η μακροοικονομική κατάσταση στη χώρα είναι πλέον πολύ καλύτερη από ό,τι στο παρελθόν.
«Η διαδικασία ενδέχεται να μην είναι γρήγορη ή ομοιόμορφη, αλλά υπάρχουν ενδείξεις που δείχνουν προς την κατεύθυνση της ανάκαμψης» παρατηρεί, επισημαίνοντας ωστόσο ότι το σημαντικό δεν είναι μόνο η βελτίωση της δημοσιονομικής εικόνας και των οικονομικών στοιχείων, αλλά κυρίως η προώθηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, που θα δημιουργήσουν κίνητρα και θα άρουν εμπόδια για τις ιδιωτικές επενδύσεις.
Ο νέος πρόεδρος της Τράπεζας επισημαίνει ακόμη ότι συνεχίζονται οι προσπάθειες για την εισδοχή στο μετοχικό της κεφάλαιο και του τελευταίου κράτους-μέλους του ΟΣΕΠ, που δεν είναι μέτοχός της, δηλαδή της Σερβίας, αν και δεν αναμένει εξελίξεις σε αυτό το πεδίο εντός του 2019.
Διατυπώνει εκτιμήσεις για την ανάπτυξη στην ευρύτερη περιοχή της Μαύρης Θάλασσας τα επόμενα χρόνια, ενώ τονίζει ότι η Τράπεζα είναι καλά προετοιμασμένη, ώστε να αντιδράσει σε κάθε επιχειρηματική πρόταση που εντάσσεται στο πρότζεκτ του «Νέου Δρόμου του Μεταξιού» -παρότι αυτήν τη στιγμή δεν εργάζεται πάνω σε κάποιο τέτοιο πρότζεκτ.
Ο κ. Πάνκιν, γεννηθείς το 1957, προτάθηκε για τη θέση του προέδρου από την κυβέρνηση της Ρωσικής Ομοσπονδίας, ενώ η θητεία του, που εγκρίθηκε από το Συμβούλιο Διοικητών της Τράπεζας, θα διαρκέσει μέχρι και τον Ιούλιο του 2022.
Μεταξύ άλλων έχει διατελέσει αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών της Ρωσικής Ομοσπονδίας και πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της Ευρασιατικής Αναπτυξιακής Τράπεζας και της Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης της Αγίας Πετρούπολης.
Η χώρα καταγωγής του κ. Πάνκιν, η Ρωσία, μαζί με την Ελλάδα και την Τουρκία, κατέχουν τα υψηλότερα μερίδια στην Παρευξείνια Τράπεζα, στην οποία μετέχουν και οι εξής χώρες: Αζερμπαϊτζάν, Αλβανία, Αρμενία, Βουλγαρία, Γεωργία, Μολδαβία Ουκρανία και Ρουμανία.