Τις προηγούμενες ημέρες τα φώτα της δημοσιότητας επικεντρώθηκαν στα οικονομικά αδιέξοδα των μεγάλων Super Market Μαρινόπουλου που απασχολούν 12,500 εργαζόμενους οι οποίοι κινδυνεύουν να βγουν στο δρόμο, όπως χιλιάδες άλλες συνάδελφοί τους από τις πολλές μικρές, μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις που κλείνουν η μία μετά την άλλη.
Πώς γίνεται να κλείσει μια εταιρεία που εισπράττει σε μετρητά και αγοράζει επί πιστώσει;
Τα κατοχικά ΜΜΕ βρίθουν από αναλύσεις όπου το βάρος του αδιέξοδου επιρρίπτεται στην κακοδιαχείριση της εταιρείας από την οικογένεια Μαρινόπουλου, η οποία κατά τους κατακριτές της, έχει δισεκατομμύρια καταθέσεων στο εξωτερικό, επενδύσεις στη Μέση Ανατολή, στη Φλώριδα και κύριος είδε που αλλού.
Έτσι, η κοινή γνώμη στρέφεται κατά του «κακού» Έλληνα επιχειρηματία στον οποίο αποδίδονται όλα τα αδιέξοδα της σημερινής κρίσης.
Οι Έλληνες επιχειρηματίες είναι απατεώνες, οι εργαζόμενοι είναι τεμπέληδες, οι συνταξιούχοι κακομαθημένοι και πάει λέγοντας.
Άρα ποιος φταίει που κατρακυλάμε από το κακό στο χειρότερο;
Μα ποιος άλλος από εμάς τους ίδιους. Γ’ αυτό και πρέπει να κάνουμε δύο τινά.
Πρώτον, να πάρουμε ένα μαστίγιο και να αυτομαστιγωνόμαστε συνέχεια.
Και δεύτερον, να πεισθούμε ότι είμαστε ανίκανοι να διαχειριστούμε τα του οίκου μας και να δεχτούμε αδιαμαρτύρητα το πάση θυσία στο ευρώ και τις ατέλειωτες θυσίες που έπονται, μαζί με την απόλυτη υποτέλεια που μοιάζει χειρότερη και απ’ αυτήν των Banana Republics.
Ας μη γελιόμαστε. Η Μαρινόπουλος ήταν μια καλή εταιρεία όλα τα προηγούμενα χρόνια, ανεξάρτητα από τον όποιο πλουτισμό των μελών της οικογένειας την οποία δε γνωρίζω προσωπικά.
Το αδιέξοδο της εταιρείας δεν οφείλεται σε κακοδιαχείριση φυσικά, αλλά στην ατέλειωτη οικονομική κρίση στη χώρα μας, η διάρκεια της οποίας δεν έχει ιστορικό προηγούμενο διεθνώς.
Αυτή καθ΄αυτή η τεράστια διάρκεια της κρίσης και η διάψευση των αισιόδοξων προβλέψεων από κυβέρνηση, ΕΕ, ΔΝΤ, Eurostat και τηλεπερσόνων, οικονομισάριων «οικονομικών αναλυτών» κλπ. για σύντομη ανάκαμψη, είναι το αποκλειστικό αίτιο που κατέρρευσε η Μαρινόπουλος.
Όπως και η Jet Oil του Κυριάκου Μαμιδάκη που αυτοκτόνησε, όπως και περισσότερες από 450.000 μικρές, μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις τα τελευταία χρόνια, στοιβάζοντας ενάμιση εκατομμύριο ανέργους. Ενώ χιλιάδες άλλες βρίσκονται στα πρόθυρα της κατάρρευσης για τον ίδιο ακριβώς λόγο.
Οι διευθύνοντες την εταιρεία Μαρινόπουλος έκαναν το λάθος να εμπιστευθούν τις επίσημες προβλέψεις για ανάκαμψη της οικονομίας και έσπευσαν να κάνουν μια σειρά εξαγορών με κορυφαία αυτή της Carfour, οι οποίες είχαν χαμηλό σχετικά κόστος αγοράς λόγω της κρίσης αλλά μεγάλες υποχρεώσεις και επισφαλιες.
Οι επικεφαλής της Μαρινόπουλος, μιας υγιούς μέχρι πριν λίγα χρόνια επιχείρησης θεώρησαν ότι, μπορούν να τα αντιμετωπίσουν όλα αυτά και να έχουν επιπλέον κέρδη, αφού όλες οι επίσημες και όχι μόνο οικονομικές προβλέψεις έβλεπαν ανάκαμψη της οικονομίας.
Όμως η ανάκαμψη στην τραγική Ελλάδα της ευρωφυλακής του σήμερα μοιάζει με τον ουρανό: όσο τον πλησιάζεις, τόσο απομακρύνεται.
Έτσι, η εταιρεία των 12,000 εργαζομένων κατέρρευσε.
Όπως κατέρρευσαν και δυστυχώς θα καταρρεύσουν εκατοντάδες άλλες, ίσως οι περισσότερες άλλες ελληνικές επιχειρήσεις, εκτός απ’ αυτές που δεν έχουν κάνει ανοίγματα τον τελευταίο καιρό και προσανατολίζονται στο εξωτερικό.
Όλες όμως, καταρρέουσες και μη, τις περιμένει στη γωνία ο μέγας Γύπας του χρηματιστηριακού κεφαλαίου Τζών Πώλσον και οι άθλιοι όμοιοί του, οι οποίοι έχουν καταβάλλοντας μόλις 200 εκ. ευρώ έχουν υφαρπάσει τις διοικήσεις των Ελληνικών Τραπεζών, μέσα από τις οποίες θα βάλουν χέρι στις ελληνικές επιχειρήσεις και στα στεγαστικά δάνεια, κόκκινα και πράσινα.
Είναι καιρός να καταλάβουν όλοι, λαός και επιχειρηματίες, με εξαίρεση τους δωσίλογους, ότι η χώρα βυθίζεται, καταστρέφεται και ξεπουλιέται για ένα βασικό λόγο.
Γιατί βρίσκεται σε καθεστώς αμείλικτης οικονομικής κατοχής, όπου οι αδίστακτοι κατέχοντες του κουμπαρά του νομίσματος του ευρώ, παραγγέλλουν και τη μουσική. Και οι εδώ εντολοδόχοι τους χορεύουν πεντοζάλι και εκτελούν ασκαρδαμυκτί όλες τις άνωθεν εντολές και όχι μόνο.