Να κηρύξει η Ελλάδα μονομερώς πτώχευση προτείνει, μεταξύ άλλων, η Προκαταρκτική έκθεση της Επιτροπής Αλήθειας για το δημόσιο χρέος.
Το ένατο κεφάλαιο του πορίσματος, που τιτλοφορείται ως «Νομική θεμελίωση της αποκήρυξης και αναστολής πληρωμών του ελληνικού δημόσιου χρέους», καταλήγει επισημαίνοντας ότι: «Τέλος, τα κράτη έχουν δικαίωμα να κηρύξουν μονομερώς πτώχευση όταν δεν είναι βιώσιμη η εξυπηρέτηση του χρέους, στην οποία περίπτωση δεν διαπράττουν διεθνώς παράνομη πράξη και, επομένως, δεν φέρουν ευθύνη».
Το εν λόγω κεφάλαιο εκθέτει κατά τους συντάκτες του «ποιες επιλογές υπάρχουν όσον αφορά την ακύρωση του χρέους, και ιδίως τις συνθήκες υπό τις οποίες ένα κυρίαρχο κράτος μπορεί να ασκήσει το δικαίωμά του να προχωρήσει μονομερώς, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, στην αποκήρυξη του χρέους ή στην αναστολή της αποπληρωμής του».
Ειδικά για την ελληνική περίπτωση, μια μονομερής πράξη θα μπορούσε -σύμφωνα πάντα με την επιστημονική ομάδα της Επιτροπής- να θεμελιωθεί στα εξής επιχειρήματα:
-Στην κακή πίστη την οποία επέδειξαν οι δανειστές, ωθώντας την Ελλάδα να παραβιάσει το εσωτερικό της δίκαιο και τις διεθνείς της υποχρεώσεις σε σχέση με τα ανθρώπινα δικαιώματα.
-Στη νομική υπεροχή και προτεραιότητα των ανθρώπινων δικαιωμάτων απέναντι σε διεθνείς συμφωνίες, όπως εκείνες που υπέγραψαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις με τους δανειστές ή με την Τρόικα.
-Στη χρήση καταναγκασμού.
-Στην επιβολή άδικων και ανεπιεικών όρων, οι οποίοι κατάφωρα παραβιάζουν το Σύνταγμα και την εθνική κυριαρχία.
-Στο δικαίωμα το οποίο αναγνωρίζει το διεθνές δίκαιο στο κράτος, να παίρνει μετρα ενάντια σε παράνομες ενέργειες δανειστών, οι οποίες πλήττουν τη δημοσιονομική του κυριαρχία, το υποχρεώνουν να αποδεχθεί παράνομα, αθέμιτα και επονείδιστα χρέη, και παραβιάζουν την οικονομική του αυτοδιάθεση και τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα.
Αναφορικά με τη μη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους επισημαίνεται πως «κάθε κράτος έχει νόμιμο δικαίωμα να επικαλείται την ύπαρξη κατάστασης ανάγκης σε εξαιρετικές περιστάσεις, προκειμένου να διαφυλάξει ουσιώδη συμφέροντα τα οποία απειλούνται από κίνδυνο μεγάλο και παρόντα.
«Σε τέτοια περίπτωση», προστίθεται, «το κράτος μπορεί να απαλλαγεί από την εκπλήρωση των διεθνών υποχρεώσεών του, οι οποίες επαυξάνουν τον κίνδυνο, όπως συμβαίνει με τις εκκρεμείς δανειακές συμβάσεις».