Απασφάλισε κατά… παντός υπευθύνου ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος από το βήμα του συνεδρίου του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου, στοχεύοντας ευθέως τόσο στο ΔΝΤ όσο και στο Βερολίνο με αφορμή την τηλεδιάσκεψη του Washington Group την Τρίτη.
Αναφερόμενος στο δημοσιονομικό και συγκεκριμένα στο ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων για το 2019 και το 2020, ο κ. Τσακαλώτος επεσήμανε πως τόσο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο όσο και άλλες χώρες της ευρωζώνης εκτιμούν πως δεν είναι δυνατόν να διατηρηθούν πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% του ΑΕΠ για πολλά χρόνια.
Όμως, όπως είπε, «δεν μπορούμε να δεχτούμε ο συμβιβασμός του ΔΝΤ με κάποιες χώρες της Ευρώπης να είναι στις δικές μας πλάτες.
Δεν είναι ούτε τίμιο ούτε έχει οικονομική λογική. Έχουμε εφαρμόσει κατά γράμμα το μνημόνιο, έχοντας νομοθετήσει και πράγματα που τα θεωρούσαμε παράλογα ή αντικειμενικά. Αλώστε, τόσο εμείς όσο και κάποιες ευρωπαϊκές χώρες, θεωρούμε ότι το στόχο του 3,5% τον φτάνουμε και χωρίς νέα μέτρα» επεσήμανε.
Παράλληλα, απαντώντας εμμέσως στις απόψεις του υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ότι το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι το υψηλό χρέος αλλά η έλλειψη ανταγωνιστικότητας, ο κ. Τσακαλώτος κατέθεσε μία πρόταση – ρελάνς που προβλέπει μείωση φόρων από τον δημοσιονομικό χώρο που θα προκύψει από τα μειωμένα πρωτογενή πλεονάσματα από το 2019 και έπειτα:
Αφού κάποιες χώρες της Ευρώπης θεωρούν ότι η Ελλάδα δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα χρέους αλλά πρόβλημα ανταγωνιστικότητας, καταθέτουμε μια πρόταση: Μειώστε μας τα πρωτογενή πλεονάσματα των ετών μετά το 2018 και εμείς δεσμευόμαστε ότι ο δημοσιονομικός χώρος που θα δημιουργηθεί θα κατευθύνεται μόνο σε μείωση φόρων και άλλες ελαφρύνσεις για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, για να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητά τους.
Απηύθυνε παράλληλα έκκληση να κλείσει γρήγορα η δεύτερη αξιολόγηση και να υπάρξει λύση για το χρέος, ώστε να ενταχθούν τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Αναφερόμενος στο σκέλος των εν εξελίξεις διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς, υπογράμμισε ότι το ΔΝΤ έχει κάποιες αντιρρήσεις για την ποιότητα και την ποσότητα.
Ειδικότερα στα εργασιακά, ο υπουργός επανέλαβε ότι η ελληνική πλευρά διαπραγματεύεται εντός του πλαισίου που περιγράφει το μνημόνιο του 2015.
«Παρ’ όλο που έχουν κάνει πολλά για να βοηθήσουν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, δεν μπορούν να διαπραγματεύονται για τα εργασιακά εκτός του ευρωπαϊκού πλαισίου, εκτός των καλύτερων πρακτικών, υπογράμμισε. Έχουν χρέος προς τους ευρωπαίους πολίτες, να μην θεωρούν ότι μια χώρα που είναι σε πρόγραμμα έχει και μειωμένα δικαιώματα» ανέφερε.
«Ο υπουργός σημείωσε ότι όσον αφορά στα πρωτογενή πλεονάσματα έως το 2018, διαπιστώθηκε στις διαπραγματεύσεις ένα κενό, λόγω του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος που ξεκινά το 2017. Οι διαδοχικές συζητήσεις έχουν μειώσει σε λιγότερο από 0,1% του ΑΕΠ τη διαφορά μας», σημείωσε.