Αρκετοί λαοί για πολλά χρόνια βρίσκονται αντιμέτωποι με την τρομοκρατία.
Ένας από αυτούς είναι και ο κουρδικός λαός, που αρχικά βρέθηκε αντιμέτωπος με την κρατική τρομοκρατία πολλών κρατών ταυτόχρονα.
Το Κουρδιστάν υπήρξε διεθνής αποικία όπως ανέλυσε ο Ισμαήλ Μπεσικτσί.
Όλοι συμφωνούμε στον αγώνα ενάντια στην τρομοκρατία. Είτε αυτή είναι κρατική, είτε παρακρατική είτε των εξτρεμιστικών οργανώσεων.
Όμως και πολλές χώρες της Δύσης έχουν μερίδιο ευθύνης για την ανάπτυξη της τρομοκρατίας με άμεσο ή έμμεσο τρόπο.
Η μεγαλύτερη αιτία ανάπτυξης της τρομοκρατίας είναι η ύπαρξη των αυταρχικών καθεστώτων, η έλλειψη ελευθερίας, η έλλειψη εκπαίδευσης και η φτώχεια.
Ένα τέτοιο καθεστώς είναι φυσικά η Τουρκία και είναι γνωστή η σχέση της με το Ισλαμικό κράτος.
Όπως είναι γνωστή και η σειρά από μακελειά που διέπραξε το Ισλαμικό κράτος σε συνεργασία με την Τουρκία στην Κόμπανι, στο Σενγκάλ, στο Ντιγιάρμπακιρ, στη Σουρούτς, στην Άγκυρα και τώρα στο Παρίσι.
Όλες αυτές οι σφαγές ήρθαν μετά από απειλές του Ερντογάν, έτσι έγινε και στην τελευταία σφαγή στο Παρίσι.
Προηγήθηκαν οι απειλές ότι τα κράτη που βοηθούν τον κουρδικό σοσιαλιστικό στρατό YPG στη Συρία θα έχουν αντίποινα.
Έτσι η Γαλλία, που δεν ύψωσε την φωνή της όταν δολοφονήθηκαν από την Τουρκική ΜΙΤ στο Παρίσι πριν από 3 χρόνια οι 3 Κούρδισες γυναίκες, πολιτικές προσωπικότητες του κουρδικού εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος, άφησε περιθώριο να συνεχίσει η Τουρκία τις προκλήσεις που οδήγησαν εδώ.
Ο κουρδικός λαός τελευταία πήρε επάνω του ολομόναχος το βάρος της καταπολέμησης της τρομοκρατίας και την υπεράσπιση των εθνικών και θρησκευτικών μειονοτήτων στην περιοχή της Μεσοποταμίας.
Κανείς δεν άκουσε τόσα χρόνια την έκκληση για συμπαράσταση στην προσπάθεια προστασίας των κατατρεγμένων μειονοτήτων. Ούτε τα θύματα έβλεπαν.
Οι Κούρδοι όμως απέδειξαν ότι με τα λίγα μέσα που διέθεταν μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν τους τρομοκράτες του Ισλαμικού Κράτους επειδή είχαν θέληση για ένα νέο ξεκίνημα στα δημιουργούμενα καντόνια τους στη βόρεια Συρία που στέγαζαν τις ελπίδες όλων των εθνοθρησκευτικών ομάδων που κατοικούσαν στην περιοχή.
Φυσικά η Τουρκία παρενέβη έμμεσα και στις τελευταίες προσπάθειες των Κούρδων κατά του Ισλαμικού κράτους, βομβαρδίζοντας τις βάσεις του Εργατικού Κόμματος Κουρδιστάν (ΡΚΚ) στο ιρακινό Κουρδιστάν ώστε να εμποδίσει την απελευθέρωση της πόλης Σινγκάλ, των Κούρδων Γιαζίντι, στο βόρειο Ιράκ. Όμως δεν τα κατάφερε.
Η καταπολέμηση της τρομοκρατίας δεν μπορεί να γίνει μόνο στρατιωτικά, με βομβαρδισμούς ή με κλείσιμο των συνόρων για τους πρόσφυγες.
Η λύση θα είναι πολιτική, πολιτισμική και στρατιωτική ταυτόχρονα.
Η πολιτική λύση θα είναι η αναγνώριση του μοντέλου της συμβίωσης των λαών της περιοχής σε αυτοδιοικητικές δομές με ωραίο παράδειγμα την Ροζάβα (βόρεια Συρία, δυτικό Κουρδιστάν).
Πολιτισμική λύση θα είναι η αντιμετώπιση των αιτίων που οδηγούν νέους ανθρώπους σε επιθέσεις αυτοκτονίας, σκοτώνοντας τόσο εύκολα τον συνάνθρωπό τους, αρχίζοντας από την εκπαίδευση που επικρατεί σε διάφορα Μουσουλμανικά κράτη.
Ειδικά στα θρησκευτικά σχολεία και Πανεπιστήμια όπως τα Ιμάμ Χατίπ της Τουρκίας και του Αλ Αζράχ της Αιγύπτου, αλλά και τα Ισλαμικά ΜΜΕ που ανοικτά καλούν στον πόλεμο με κηρύγματα μίσους.
Κηρύγματα που είναι αντίθετα σε όλες τις αρχές και αξίες της διεθνούς κοινότητας.
Φυσικά η στρατιωτικά πτυχή θα πρέπει να βασιστεί στην ενίσχυση των δυνάμεων που μέχρι σήμερα μόνες επί του εδάφους αντιμετώπισαν το Ισλαμικό Κράτος, αρχίζοντας από το να αφαιρέσουν το Εργατικό Κόμμα Κουρδιστάν (ΡΚΚ) από τη λίστα των τρομοκρατικών οργανώσεων.